Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Δευτέρα 24 Δεκεμβρίου 2012

ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΒΑΤΙΚΙΩΤΗΣ - Η Κύπρος στα χέρια της Τρόικας (Επίκαιρα, 13-19.12.2012)

Από: Leonidas Vatikiotis

xristofiasΤο Κυπριακό Μνημόνιο χειρότερο του πρώτου ελληνικού!
Το ερώτημα υπήρχε (σε θεωρητική έστω βάση) πολύ πριν χρειαστεί να απαντηθεί από μια κυβέρνηση που αναφέρεται  στην Αριστερά, όπως του ΑΚΕΛ στην Κύπρο: Μπορεί να υπάρχει ένα ανεκτό, ένα υποφερτό για τους εργαζόμενους Μνημόνιο στην περίπτωση εκείνη που η πολιτική ηγεσία διαπραγματευτεί σθεναρά και δεν συμφωνεί εκ των προτέρων σε οποιοδήποτε αίτημα της Τρόικας πριν καν αυτό διατυπωθεί, όπως συνέβη από το 2010 και συνεχίζει να συμβαίνει μέχρι σήμερα στην Ελλάδα; Υφίστανται με άλλα λόγια περιθώρια ώστε οι κοινωνικές του συνέπειες να μην είναι τόσο δραματικές; Το συμπέρασμα που εξάγεται αν διαβάσει κανείς το Μνημόνιο δυστυχώς δεν αφήνει περιθώρια για αμφιταλαντεύσεις ούτε επιδέχεται καμίας αμφισβήτησης. Περιθώρια διαπραγμάτευσης και υπογραφής ενός υποφερτού Μνημονίου δεν υπάρχουν! Όπως δεν υφίσταται ενδεχόμενο η λιτότητα, οι μειώσεις μισθών και οι περικοπές κοινωνικών δαπανών να αποκτήσουν ποτέ «ανθρώπινο πρόσωπο». Γιατί, αυτά ακριβώς είναι που περιλαμβάνει το Μνημόνιο το οποίο συμφώνησε η κυβέρνηση του ΑΚΕΛ με την Τρόικα.
Οι ευθύνες μάλιστα του προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, Δημήτρη Χριστόφια, αποδεικνύονται ιστορικές κι ούτε φυσικά παραγράφονται ή μειώνονται με αφορμή τα κάθε άλλο παρά ειλικρινά δάκρυα του από το βήμα της Παγκύπριας Ομοσπονδίας Εργαζομένων, όταν επανέφερε το τετριμμένο δίλημμα «Μνημόνιο ή χρεοκοπία». Επιπλέον, η προσπάθεια του να δημιουργήσει συνειρμούς με τα δάκρυα του Τάσσου Παπαδόπουλου άγγιζε τα όρια της ύβρεως, αν σκεφτεί κανείς πως ο τότε πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας είπε Όχι, δεν είπε Ναι όπως ο Δημήτρης Χριστόφιας που καμιά τιμή πλέον δεν του αρμόζει μια και με τις πράξεις του εντάσσεται σε αυτούς που έβλαψαν τον κυπριακό λαό και την ίδια την Κυπριακή Δημοκρατία. Γιατί, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η αποδοχή του Μνημονίου όπως ακριβώς έκανε την πολιτική ηγεσία της Ελλάδας να δέχεται αδιαμαρτύρητα και την πιο παράλογη απαίτηση της Τρόικας, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο θα αναγκάσει και την Κυπριακή πολιτική ηγεσία να δεχθεί αργά ή γρήγορα ένα διχοτομικό σχέδιο…
Ξεχωρίζει για τον κυνισμό του
Η διάψευση όσων αφελώς ή εκ του πονηρού πιστεύουν ότι μπορεί να υπάρχουν και «Μνημόνια με ανθρώπινο πρόσωπο» ή ότι μπορεί να κοροϊδέψουν τους εκπροσώπους των δανειστών έρχεται από τις πρώτες κιόλας σελίδες του Μνημονίου που έχει συμφωνηθεί με την Τρόικα. (Το πλήρες κείμενο του Μνημονίου κυκλοφορεί εδώ και λίγες μέρες μεταφρασμένο από το επιτελείο του υποψηφίου για τις προσεχείς προεδρικές εκλογές Γιώργου Λιλλήκα). Ομολογείται λοιπόν ότι «βασικοί στόχοι του προγράμματος είναι: Η αποκατάσταση της ευρωστίας του κυπριακού τραπεζικού τομέα με την αναδιάρθρωση… και την μείωση του μεγέθους των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων… Να συνεχίσει την εν εξελίξει διαδικασία της δημοσιονομικής εξυγίανσης… (και) Να εφαρμόσουν διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις». Για κάποιον που έχει υποστεί το μαρτύριο να διαβάζει τα αλλεπάλληλα ελληνικά Μνημόνια όχι μόνο από τα συγκεκριμένα παραθέματα αλλά από όλο το ύφος και την δομή του κειμένου διακρίνει ότι το κυπριακό Μνημόνιο ξεχωρίζει για τον κυνισμό του. Δεν είναι ηπιότερο από το πρώτο ελληνικό, του Μαΐου του 2010! Από την αρχή λέει πως θέλει να σώσει τις τράπεζες! Οι όροι μάλιστα που θα το κάνει αυτό θα είναι εξόχως επιβλαβείς για την κυπριακή κοινωνία και μάλιστα χειρότεροι από τους όρους που αυτό έγινε στην Ελλάδα. Αρκεί να δούμε τι γράφει στην παράγραφο 1.11: «Αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου και ελαχιστοποίηση των διοικητικών εμποδίων ώστε οι τράπεζες να μπορούν να εκποιούν ακίνητα τα οποία έχουν ως εξασφαλίσεις δάνεια που δεν εξυπηρετούνται σε μέγιστη περίοδο 1½ χρόνου από τη μέρα που αρχίζουν οι νομικές ή οι διοικητικές διαδικασίες». Στη συνέχεια αναφέρει το κυπριακό Μνημόνιο, το οποίο αποδεικνύεται πολύ χειρότερο του ελληνικού: «Αλλαγή του ορισμού των μη εξυπηρετούμενων δανείων και να θεωρούνται ως μη εξυπηρετούμενα αυτά τα οποία δεν εξυπηρετούνται για περίοδο 90 ημερών. Η αλλαγή αυτή θα εισαχθεί μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2012» (1.12). Δε χρειάζονται ιδιαίτερες αναλύσεις για να γίνει εμφανές ότι στην Κύπρο οι Τροϊκανοί θέλουν να βάλουν κατ’ ευθείαν χέρι στην ιδιωτική περιουσία και τα ακίνητα, χωρίς να κάνουν τα λάθη που έκαναν στην Ελλάδα, όπου η εκκίνηση της διαδικασίας των κατασχέσεων ακινήτων έχει αποδειχθεί χρονοβόρα. Το πάθημα (στην Ελλάδα) έγινε μάθημα (στην Κύπρο)…
Δρακόντεια ωστόσο αποδεικνύονται και τα μέτρα λιτότητας που αφορούν τον δημοσιονομικό τομέα. Για το 2012 (βλέπετε δεν ήθελαν να πάνε χαμένες ούτε κι αυτές οι λίγες μέρες που υπολείπονται μέχρι να φύγει το έτος) περιλαμβάνουν: Μόνιμη κλιμακωτή μείωση απολαβών στον κρατικό και ευρύτερο δημόσιο τομέα, περαιτέρω χρονική επέκταση της αναστολής της ΑΤΑ σε όλο τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, επέκταση του παγώματος των μισθών (προσαυξήσεων και γενικών αυξήσεων μισθών) στο δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα, μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων κατά τουλάχιστον 5.000 κατά την περίοδο 2012-2016, αύξησης της φορολογίας ακινήτων και καθιέρωση μηχανισμού για την τακτική επανεξέταση των ειδικών φόρων κατανάλωσης.
Αύξηση φόρων, μείωση κοινωνικών δαπανών
Για το 2013 το Μνημόνιο προβλέπει τα ακόλουθα μέτρα: Κατάργηση επιδομάτων όπως το επίδομα μάνας, οικογενειακά επιδόματα και εκπαιδευτικές χορηγίες, πάγωμα συντάξεων, αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης κατά 2 έτη, αύξηση της ελάχιστης ηλικίας για την εξασφάλιση του δικαιώματος σύνταξης, μείωση λειτουργικών δαπανών των ημικρατικών οργανισμών, αύξηση φόρων κατανάλωσης στα προϊόντα καπνού, τα αλκοολούχα ποτά και τα καύσιμα κίνησης, αύξηση του ΦΠΑ κατά μία ποσοστιαία μονάδα από 17% σε 18%, γενική αύξηση όλων των τελών της κυβέρνησης κατά 17%, μείωση των δαπανών για την υγεία, καθιέρωση εισφοράς ασφαλισμένων για ορισμένες υπηρεσίες και φάρμακα, κ.α.
Για το 2014 τα δημοσιονομικά μέτρα που συμφωνήθηκαν μεταξύ κυβέρνησης ΑΚΕΛ και Τρόικας περιλαμβάνουν μείωση των κοινωνικών παροχών κατά 28,5 εκ ευρώ, περαιτέρω καθολική μείωση των απολαβών του ευρύτερου δημόσιου τομέα κατά 3%, επιπλέον αύξηση κατά μία μονάδα ακόμη τόσο του βασικού συντελεστή ΦΠΑ από (18% σε 19%) όσο και του μειωμένου (από 8% σε 9%), επιπλέον αύξηση του φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα κίνησης και των ασφαλιστικών εισφορών.
Στο Μνημόνιο υπάρχει εκτενής αναφορά σε μια σειρά από αντιλαϊκές μεταρρυθμίσεις όπως για το συνταξιοδοτικό σύστημα, όπου μεταξύ πολλών άλλων προβλέπεται και «η εισαγωγή αυτόματης ρύθμισης της νόμιμης συντάξιμης ηλικίας κάθε 5 χρόνια, σύμφωνα με τις αλλαγές στο προσδόκιμο ζωής». Πρόκειται για έναν μηχανισμό αυτόματης αύξησης του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης ο οποίος θα μεριμνά μόλις αυξηθεί το προσδόκιμο ζωής να το επαναφέρει στο προηγούμενο επίπεδο του… Επιδείνωση στο βιοτικό επίπεδο των Κυπρίων θα σηματοδοτήσει και η «αύξηση τελών για ιατρικές υπηρεσίες προς μη δικαιούχους κατά 30%». Εδώ παρατηρούμε το κράτος πρόνοιας με το κεφάλι κάτω και τα πόδια πάνω: Αυτοί ακριβώς που στερούνται κοινωνικής ασφάλισης κι έχουν την μεγαλύτερη ανάγκη για φροντίδα, όπως οι μακροχρόνια άνεργοι, καλούνται να πληρώνουν επιπλέον χρήματα για να έχουν πρόσβαση στις σχετικές υπηρεσίες… Στον Καιάδα με άλλα λόγια μιας και στην πράξη τους απαγορεύεται η πρόσβαση στο δημόσιο σύστημα υγείας! Μεταξύ άλλων προβλέπεται το άνοιγμα κλειστών επαγγελμάτων», άρση των εμποδίων για μετακινήσεις των εργαζομένων στο δημόσιο, κατάργηση των αντικινήτρων για εργασία των ανέργων, δηλαδή μείωση των επιδομάτων ανεργίας, κ.α. Τέλος, σε ό,τι αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις το μόνο που συμφώνησαν είναι στην «δημιουργία ενός καταλόγου με στοιχεία ενεργητικού συμπεριλαμβανομένης ακίνητης ιδιοκτησίας που ανήκουν στην κεντρική κυβέρνηση, στους δήμους και τις επαρχιακές διοικήσεις, με προοπτική πιθανής εκποίησης». Κάπου εκεί θα ενταχθούν η τηλεπικοινωνιακή εταιρεία Σίτα και τα κοιτάσματα ώστε στο επόμενο Μνημόνιο να πουληθούν έναντι πινακίου φακής…
Φαίνεται απ’ όλα τα παραπάνω ότι οι επιπτώσεις που θα σημάνει το Μνημόνιο στην καθημερινή ζωή των Κυπρίων άμεσα μάλιστα, γιατί έχουν ήδη προηγηθεί κι άλλες περικοπές, θα είναι δραματικές. Μισθοί, συντάξεις, ημερομίσθια θα μειωθούν, ενώ η ανεργία θα αυξηθεί ακόμη ταχύτερα μαζί με τους φόρους και το κόστος πρόσβασης στις δημόσιες κοινωνικές υπηρεσίες.
Το πολιτικό κόστος που θα καταβάλει το ΑΚΕΛ απ’ αυτή του την καθαρά πολιτική και κοινωνικά ολέθρια επιλογή θα είναι τεράστιο!

Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2012

ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΒΑΤΙΚΙΩΤΗΣ: Η Χρυσή Αυγή και η σφαγή των ξένων νηπίων


Οι ιστορίες για την κατάσταση στο χώρο της εκπαίδευσης έβριθαν στον Τύπο τον Σεπτέμβριο, όπως σε κάθε νέο ξεκίνημα μιας σχολικής χρονιάς. Αυτή τη φορά όμως, η εικόνα έμοιαζε πολύ πιο απογοητευτική. Διάβαζες για νηπιαγωγεία στη Σαλαμίνα, όπου το χαρτί υγείας το πρόσφεραν οι γονείς. Για χώρους στο Ηράκλειο, όπου έστελναν για εγγραφή παιδιά με ειδικές ανάγκες, χωρίς να υπάρχει ειδικός νηπιαγωγός. Για έλλειψη κτιρίων και νηπιαγωγών, για κλείσιμο παιδικών σταθμών και για «χιλιάδες παιδιά εργαζομένων που αποκλείστηκαν απ’ το δικαίωμα φύλαξης και σχολικής εκπαίδευσης». Η χώρα έμοιαζε έτη φωτός μακρία απ’ τις δεσμεύσεις της να παρέχει φροντίδα στο 90% των παιδιών από 3 χρονών μέχρι να πάνε στο δημοτικό και τουλάχιστον στο 33% των παιδιών κάτω των 3 ετών. Στην γκιλοτίνα του Μνημονίου είχαν τεθεί ακόμη και τα νήπια, με την πλήρη κατάρρευση της προσχολικής αγωγής, που ως μόνο ευνοημένο έχει την ιδιωτική εκπαίδευση.
Το παιχνίδι ήταν στημένο και στα μέτρα τους. Επρόκειτο για το αποτέλεσμα μιας συντεταγμένης νεοφιλελεύθερης πολιτικής που, στα βήματα των προκατόχων της, εφάρμοζε με επιτυχία η τρικομματική κυβέρνηση Σαμαρά. Λίγο πριν από τις εκλογές, ο ίδιος ο πρωθυπουργός (κι απόφοιτος του Κολεγίου) είχε δώσει τις πρώτες ενδείξεις για τη στρατηγική που θα ακολουθούσε προκειμένου να καμφθούν τυχόν αντιδράσεις: Την επιστράτευση του ρατσισμού και την προώθηση κοινωνικού εμφυλίου. «Έχουν γεμίσει οι μετανάστες τα νηπιαγωγεία και οι Έλληνες δεν μπορούν να μπουν στον παιδικό σταθμό. Αυτό τέρμα», υποσχόταν, προπαγανδίζοντας τον πόλεμο μεταξύ των θυμάτων της νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Λίγες μέρες αργότερα, τη σκυτάλη έπαιρνε ο Ηλίας Παναγιώταρος, απειλώντας ανοιχτά με εφόδους σε βροφονηπιακούς σταθμούς, για να πεταχτούν έξω τα παιδιά των «λαθρομεταναστών».
Τις τελευταίες μέρες, σε μια σπάνια έκφανση πολιτικής …συνέπειας, κυβέρνηση και Χρυσή Αυγή ήρθαν να κάνουν τις υποσχέσεις τους πραγματικότητα. Ο νεοναζί Παναγιώταρος ζήτησε με ερώτηση στη Βουλή να μάθει τον «ακριβή αριθμό» των αλλοδαπών βρεφών και νηπίων που εξυπηρετούνται από τους παιδικούς και βρεφονηπιακούς σταθμούς με κλήρωση. Και ο υπουργός Εσωτερικών, Ευρυπίδης Στυλιανίδης, έσπευσε να ζητήσει από τους δήμους τα στοιχεία, συντασσόμενος πλήρως με τις ρατσιστικά υποκινούμενες απαιτήσεις της μισαλλόδοξης δολοφονικής συμμορίας. Οι αντιδράσεις ήταν άμεσες και ηχηρές, από μεμονωμένους παιδικούς σταθμούς, πολιτικούς φορείς και όργανα, όπως η ΠΟΕ-ΟΤΑ. Φυσικά, όχι μόνο διότι ο Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων προβλέπει το δικαίωμα πρόσβασης «όλων των δημοτών και κατοίκων σε βρεφονηπιακούς σταθμούς, ανεξαρτήτως εθνικότητας, θρησκείας, φύλου, γλώσσας, φυλετικής ή κοινωνικής ομάδας στην οποία ανήκουν». Αλλά κυρίως γιατί μπροστά στη στόχευση των παιδιών, με αφορμή ένα υπαρκτό κοινωνικό πρόβλημα, η μόνη αποτελεσματική λύση είναι η πάλη με αυτούς που το δημιούργησαν, τα ακροδεξιά τσιράκια και τα επαμφοτερίζοντα δεκανίκια της εξουσίας τους.

Αναρτήθηκε από τον/την leonidasvatikiotis στο 14/10/2012

(Πριν, 14/10/2012)

Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2012

Γιατί Βενιζέλος και Παπακωνσταντίνου έκαναν format το cd Λαγκάρντ;

Πανδωρικώς

 Του Κώστα Βαξεβάνη


Η ιστορία με το cd της Λαγκάρντ το οποίο θα μπορούσε να γίνει κυριολεκτικά χρυσό, αλλά Παπακωνσταντίνου και Βενιζέλος θέλησαν να το κάνουν format, είναι μια καθαρή πρόκληση για όλους. Θα ανεχθούν οι πολίτες αυτής της χώρας την υποκρισία που ξεπερνάει τα όρια ακόμη και αυτής της δυσώδους πολιτικής αυτοδικαιολόγησης και αγγίζει τις άνομες συναλλαγές; Θα δεχθούν τη διαμόρφωση ενός παραθεσμικού συστήματος εξουσίας, στο οποίο οι συνήθεις «σωτήρες» ψηφίζουν νόμους για να χαρίζουν Τράπεζες, να νομιμοποιούν Mall, να χαρίζουν σε εργολάβους και τη Siemens, αλλά δεν μπορούν να κάνουν ένα νόμο να αποκαθιστά την αδικία; Επικαλούνται γι” αυτό τα προσωπικά δεδομένα. Ποια προσωπικά δεδομένα αλήθεια; Μήπως είναι τα προσωπικά δεδομένα μιας συναλλαγής;
Φαίνεται βαρύ;
Ας δούμε λοιπόν τι έχει συμβεί. Ένας υπάλληλος της Ελβετικής HSBC, ο Ερβέ Φαλτιάνι, έφυγε από την Ελβετία με μια λίστα με χιλιάδες ονόματα Ευρωπαίων οι οποίοι είχαν καταθέσεις στην Ελβετία. Προφανώς δεν ήταν κάποιοι συνταξιούχοι, αλλά πολιτικοί, επιχειρηματίες και επίορκοι κρατικοί λειτουργοί. Ο Φαλτιάνι παρέδωσε τη λίστα στην Κριστίν Λαγκάρντ, τότε υπουργό Οικονομικών της Γαλλίας, η οποία φρόντισε να του δώσει άσυλο. Με την λίστα αυτή, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία και βέβαια η Γερμανία, κατάφεραν να εισπράξουν δισεκατομμύρια απαιτώντας από τους καταθέτες να αποδώσουν φόρους στο κράτος για να μην διωχθούν.
Αυτή η λίστα λοιπόν, δόθηκε και στου «Τιτανικού τον μάγκα» Γιώργο Παπακωνσταντίνου, ο οποίος την εποχή εκείνη έψαχνε εναγωνίως λεφτά από 70χρονους παππούδες, τυραννισμένους εργαζόμενους και άλλες κατηγορίες οι οποίοι δήλωναν πως «δεν τα φάγαμε» μαζί. Άλλωστε αυτό το αποδείκνυε και η ίδια η λίστα που είχε στα χέρια του ο Παπακωνσταντίνου. Αυτή η λίστα δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ από την ελληνική κυβέρνηση όπως στα άλλα κράτη, γιατί λέει, είχε αποκτηθεί παράνομα όπως αποφάνθηκαν ο Παπακωνσταντίνου και ο κολοσσός της νομικής τέχνης Βενιζέλος. Έτσι αντί να αρχίσει έρευνα, οι δύο τους, κυκλοφορούσαν με ένα στικάκι με περίπου 2.000 ονόματα πιθανών φοροφυγάδων. Και εδώ αρχίζουν τα ερωτήματα
1.Γιατί Παπακωνσταντίνου και Βενιζέλος οι οποίοι είναι ευθυγραμμισμένοι σε όλα με τη Γερμανία, ξέχασαν να ευθυγραμμιστούν σε αυτό;
2. Από πού και ως πού έβγαλαν το συμπέρασμα δυό πολιτικά πρόσωπα πως η λίστα ήταν παράνομη, από τη στιγμή που τους είχε παραδοθεί θεσμικά από ξένη κυβέρνηση στα πλαίσια διεθνούς συνεργασίας;
3.Ορίζουν ή όχι οι ευρωπαϊκοί κανονισμοί και συγκεκριμένα ο 77/799 ΕΟΚ, τι γίνεται σε τέτοιες περιπτώσεις;
4. Γιατί δεν παρέδωσαν το υλικό αυτό στις εισαγγελικές Αρχές, όπως πρέπει να κάνει σύμφωνα με το νόμο κάθε Έλληνας ο οποίος έχει στην κατοχή του στοιχεία επιβαρυντικά για ανθρώπους που πιθανόν τελούν παράνομες πράξεις; Ο εισαγγελέας ήταν ο μόνος αρμόδιος να κρίνει.
5. Αν έστω και έτσι η χρήση της λίστας προσέκρουε στον νόμο περί προσωπικών δεδομένων, γιατί δεν άλλαξαν τον νόμο στο σημείο αυτό για να εισπράξουν; Γιατί άλλαξαν τόσους νόμους κάνοντας άλλους όπως αυτόν για το Fast Track,παραβιάζοντας μάλιστα συνταγματικές Αρχές, αλλά δεν μπορούσαν αυτόν;
6.Αν είναι παράνομη η λίστα ,δεν είναι παράνομη και η κατοχή της;
7.Τι έκαναν δύο υπουργοί τόσα χρόνια με ένα στικάκι με 2.000 ονόματα στην τσέπη;
8.Παρανόμησαν Λαγκάρντ και Μέρκελ αλλά οι δυό υπουργοί κρατούσαν αναμμένη την δάδα της φωτοβόλου τιμιότητας για να δουν πού ακριβώς θα προσαράξει ο ελληνικός Τιτανικός;
Νομίζω κανένας λογικός πολίτης αυτής της χώρας, όποιας πολιτικής τοποθέτησης, ακόμη και αυταπάτης, δεν μπορεί να σκεφτεί πως όλα αυτά είναι λογικά. Δεν πρέπει να σκεφτεί πως είναι λογικά. Κατά την άποψή μου οι δύο υπουργοί δεν είναι μόνο έκθετοι πολιτικά, δεν έχουν μόνο αποδείξει την σκοπιμότητά τους να υπηρετούν συμφέροντα, αλλά έχουν και ποινικές ευθύνες. Περιφρουρούν με κάθε κόστος τα «προσωπικά» τους δεδομένα που δεν είναι άλλα από τους ίδιους, τον κύκλο τους και τον τρόπο που πλουτίζει. Δεν βρισκόμαστε μπροστά σε ένα σκάνδαλο, αλλά όπως και σε πολλά άλλα πράγματα, μπροστά σε μια παραθεσμική λειτουργία και ένα προσωπικό σύστημα εξουσίας που χρησιμοποιεί τους νόμους, δημιουργεί άλλους, για να εξυπηρετεί συγκεκριμένα συμφέροντα. Ανάμεσα μάλιστα στους νόμους είναι και αυτοί που τους παρέχουν το ακαταδίωκτο.

Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2012

Λεωνίδας Βατικιώτης: Στα 13,5 δισ. ευρώ η «μπίλια» των νέων μέτρων κι ακόμη γυρίζει

 Λεωνίδας  Βατικιώτης
Η κατάσταση κι αν δεν έχει τύχει στους περισσότερους είναι οικεία σε όλους: Εντός του δωματίου στο νοσοκομείο κανείς δεν μιλάει για το μοιραίο που είναι θέμα μηνών αν όχι λίγων εβδομάδων. Εκτός του νοσοκομειακού δωματίου, αντίθετα, ο επερχόμενος θάνατος είναι το μοναδικό θέμα συζήτησης, όποτε έρχεται η κουβέντα στον …τυχερό. Κάπως έτσι συμβαίνει και με την ελληνική οικονομία. Στην Ελλάδα, η συζήτηση περιστρέφεται σε αυτούς που θα πλήξουν τα νέα μέτρα ύψους 11,6 δισ. ευρώ κι εντός του κυβερνητικού στρατοπέδου η μόνη διαφωνία αφορά το αν φτάνουν αυτά τα μέτρα ή, για να δείξουμε στους πιστωτές μας πόσο υπάκουοι είμαστε, μην τυχόν και χρειάζεται να ανακοινώσουμε κι άλλες, επιπλέον περικοπές μήπως έτσι μας λυπηθούν κι επιδείξουν λίγο οίκτο απέναντί μας. (Πρέπει να παραδεχτούμε ότι η καλύτερη μοίρα γι’ αυτή τη χώρα θα ήταν αν τα δημόσια ταμεία εμφάνιζαν την πληθωρικότητα και την μοναδική ικανότητα «να ξαναγεννιούνται από τη στάχτη τους» που από γεννήσεως του ελληνικού κράτους είχαν η υποτέλεια κι η εθελοδουλία του πολιτικού προσωπικού…)
Εκτός Ελλάδας όμως η επικείμενη χρεοκοπία χαρακτηρίζεται από τον Τύπο και τους πολιτικούς ως βέβαιη (με απώτερο ζητούμενο να φτάσει το ελληνικό δημόσιο χρέος στο 100% του ΑΕΠ ώστε να μπορεί με ασφάλεια για τους δανειστές μας να εξυπηρετηθεί στο μέλλον) όπως βέβαιη και θέμα χρόνου χαρακτηρίζαμε κι εμείς τη νέα χρεοκοπία στο Unfollow του Μαρτίου, όταν γράφαμε πως επίκειται νέα αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους. Κι αυτό κόντρα στους πανηγυρικούς της κυβέρνησης που δια στόματος πρωθυπουργού, Λουκά Παπαδήμου τότε, χαρακτήριζε το PSI «στέρεο έδαφος» και καλούσε τον κόσμο να αποδεχθεί τους όρους της αναδιάρθρωσης, ως το αναγκαίο τίμημα για να ξεμπερδέψουμε μια για πάντα από το βραχνά του χρέους. Επίσης, για να μπορέσουμε να παραμείνουμε στο ευρώ…
Πέντε μήνες μετά, όταν οι περισσότεροι έλληνες πολιτικοί προσεύχονταν στην Μεγαλόχαρη να κάνει το θαύμα της και να μην έχουμε την τύχη του ευδρόμου Έλλη, τα σενάρια για μια νέα αναδιάρθρωση πραγματικά οργίαζαν και στο σύνολό τους αφορούσαν το ποιος θα πληρώσει το μάρμαρο. Θέμα καθόλου εύκολο καθώς το ιδιαίτερο στην σημερινή συγκυρία είναι πως το μεγαλύτερο μέρος του δημόσιου χρέους το οφείλουμε στον λεγόμενο επίσημο τομέα, δηλαδή κράτη – μέλη της ευρωζώνης, ΕΚΤ και ΔΝΤ και όχι σε ιδιώτες. Γι’ αυτό το λόγο κι η νέα αναδιάρθρωση ήδη χαρακτηρίζεται ως OSI (Official Sector Involvement) αντίθετα με την προηγούμενη, που είχε χαρακτηριστεί PSI (Private Sector Involvement) λόγω του ότι το κόστος από το κούρεμα τότε μεταφέρθηκε στον ιδιωτικό τομέα μιας και οι ιδιώτες κάτοχοι (τράπεζες, θεσμικοί) ήταν αυτοί που είδαν κυρίως την αξία των ομολόγων τους να απομειώνεται.
Τον Μάρτιο όμως η ΕΕ (μαζί με την διαγραφή χρέους 105 δισ. και το νέο δάνειο ύψους 130 δισ. που μας φόρτωσε, μένοντας να αποδειχθεί πώς βγήκαμε κερδισμένοι απ’ αυτή την πράξη…) λειτουργώντας ως στρατηγείο των πιστωτών, έκανε και κάτι ακόμη: κατ’ εξαίρεση της πάγιας οδηγίας της για ιδιωτικοποιήσεις παντού και πάντα, «κρατικοποίησε» το νέο δημόσιο χρέος της Ελλάδας, με αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή 220 – 230 δισ. ευρώ από το ελληνικό χρέος να είναι διακρατικό.
Κατά συνέπεια κάθε απόφαση για αναδιάρθρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους, δηλαδή για παραγραφή ενός ποσοστού της τάξης του 20% ή του 30% από τα χρήματα που οφείλουμε στα κράτη της ευρωζώνης θα πρέπει να δικαιολογηθεί στους ευρωπαίους πολίτες οι οποίοι ποτέ δεν έμαθαν ότι φεσώθηκαν για να σώσουν τις τράπεζές τους οι οποίες είχαν κερδίσει τα μέγιστα από τον δανεισμό του ελληνικού δημοσίου τα προηγούμενα χρόνια και τώρα, που τέθηκε εν αμφιβόλω η αποπληρωμή του χρέους, οι κυβερνήσεις τους αποφάσισαν να μεταβιβάσουν το χρέος αυτό στους λαούς. Το μόνο που κατάλαβαν οι περισσότεροι ευρωπαίοι φορολογούμενοι (με ευθύνη των κυβερνήσεών τους οι οποίες έκαναν τον παν για να κρύψουν ακόμη μια φορά ότι στήριξαν τις τράπεζες) ήταν πως χρεώθηκαν για να έχουν οι έλληνες παχυλές συντάξεις… Η ΕΕ κατ’ αυτό τον τρόπο καλλιέργησε τον εθνικισμό και το μίσος μεταξύ των λαών, φέροντας την ευθύνη για ένα πρωτοφανές στην μεταπολεμική ιστορία της Ευρώπης κλίμα εθνικών ανταγωνισμών που έχει δημιουργηθεί…
Οι μεγάλες τράπεζες τα έχουν ετοιμάσει όλα” για μια ακόμη φορά
Πριν δούμε όμως το τι θα γίνει έχει σημασία να εξετάσουμε το τι έγινε, κι αυτό για έναν απλό λόγο: επειδή διαγράφεται ζωντανή η απειλή το νέο κούρεμα που ήδη ετοιμάζεται («στα παρασκήνια οι μεγάλες τράπεζες τα έχουν ετοιμάσει όλα» έγραφε η ιταλική εφημερίδα Ρεπούμπλικα στις 14 Αυγούστου) να είναι εξ ίσου οδυνηρό κι εξ ίσου αναποτελεσματικό με το πρώτο, με αποτέλεσμα σε έξι ή οκτώ μήνες, εβρισκόμενοι μάλιστα σε ακόμη πιο οδυνηρή θέση, να κάνουμε την ίδια συζήτηση. Ένας είναι κατά βάση ο λόγος που απέτυχε η αναδιάρθρωση του Μαρτίου: το ότι έγινε με πρωτοβουλία των δανειστών.
Οι όροι δηλαδή υπό τους οποίους εφαρμόστηκε το «κούρεμα» δεν αποσκοπούσαν να ελαφρύνουν τον ελληνικό λαό από ένα δυσβάσταχτο χρέος, αλλά να εξυπηρετήσουν τα άμεσα και μακροπρόθεσμα συμφέροντα των πιστωτών, με αποτέλεσμα η ονομαστική μείωση του χρέους να καταλήξει σε μια επιπλέον επιβάρυνσή μας κατά 25 δισ. ευρώ μια και στον λογαριασμό, τότε που …γύριζε, μπήκαν και τα χρήματα για την ανακεφαλαιοποίηση των χρεοκοπημένων ελληνικών τραπεζών! Δεν θα τις εξαγοράσουν βουτηγμένες στα χρέη οι Γερμανοί…
Το σημαντικότερο ωστόσο δεν είναι η αριθμητική του χρέους, αλλά η πολιτική οικονομία του, δηλαδή το τεράστιο κοινωνικό κόστος που καταβάλαμε: μείωση μισθών, ιδιωτικοποιήσεις, αυξήσεις σε τιμολόγια, κατάργηση συλλογικών συμβάσεων είναι μερικοί μόνο από τους όρους που περιλαμβάνονταν στο δεύτερο μνημόνιο. Ακόμη επομένως και να πετύχαινε η αριθμητική του κουρέματος, να μειωνόταν πραγματικά δηλαδή στο τέλος της ημέρας το χρέος, το κοινωνικό κόστος που το συνόδευε έκανε απορριπτέα την αναδιάρθρωση.
Σε αυτό το πλαίσιο η βαθύτερη ύφεση της οικονομίας που ακολούθησε (βάθους 7% για φέτος, αντί για 4,5% όπως αρχικά υπολογιζόταν) και τώρα χαρακτηρίζεται ως αιτία των αποκλίσεων που κάνουν αναγκαία μια νέα απομείωση, δεν ήταν το απροσδόκητο παρα-προϊόν μιας οικονομικής πολιτικής, αλλά το από τότε προβλέψιμο και άμεσο αποτέλεσμα μιας οικονομικής πολιτικής εκδικητικής, που θα αποτρέπει άλλους λαούς και κυβερνήσεις από το να ζητήσουν κι αυτοί μείωση του χρέους τους, αλλά κυρίως ταξικής πολιτικής που εκμεταλλεύτηκε την κρίση χρέους για να εκθεμελιώσει ό,τι θεωρούσε επιζήμιο για τα συμφέροντά της και παρωχημένο με βάση τους σημερινούς συσχετισμούς.
Εκτός Ελλάδας όλα τα ενδεχόμενα για την μορφή του «κουρέματος» είναι ανοιχτά (περιλαμβάνοντας από κούρεμα των ομολόγων των κεντρικών τραπεζών μέχρι παραγραφή μέρους των διακρατικών χρεών και αποπομπή της Ελλάδας από την ευρωζώνη «για να κάνει μια καινούρια αρχή» όπως έγραφε το περιοδικό Σπίγκελ) από τη στιγμή που επιτεύχθηκε το σημαντικότερο: να κερδηθεί χρόνος και να προλάβουν οι γερμανο-γαλλικές τράπεζες που είχαν κυρίως ελληνικά ομόλογα στα χαρτοφυλάκιά τους να τα ξεφορτωθούν! Τα δύο χρόνια που μεσολάβησαν, τα χρόνια αυτά που η Ελλάδα μάτωσε με το εργατικό δίκαιο να επιστρέφει στον 19ο αιώνα, δεν πήγαν επομένως χαμένα για τους Ευρωπαίους «εταίρους» μας.
Για μας ισοδυναμούν με καταστροφή από τη στιγμή που απωλέσαμε τα σημαντικότερα διαπραγματευτικά χαρτιά που διαθέταμε (σημαντική έκθεση ξένων τραπεζών στο ελληνικό χρέος) με αποτέλεσμα σήμερα κάθε είδους δημόσιο ταμείο (από τα ταμεία της κοινωνικής ασφάλισης μέχρι του κράτους) να είναι κενό. Παρόλα αυτά, ακόμη και τώρα, η μονομερής, παρά κι ενάντια στη βούληση των πιστωτών μας, διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους ή όλου του δημόσιου χρέους και η ανάληψη του κόστους εξόδου από το ευρώ πάλι με όρους κυρίαρχου κράτους, με την ταυτόχρονη εθνικοποίηση των τραπεζών, μπορεί να αποτρέψει τα χειρότερα που έρχονται.
 
 Πηγή: Πριν, 30 Σεπτέμβρη 2012

Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2012

Νίκος Γουρλάς: Η ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος, μοναδικός δρόμος για νικηφόρους αγώνες.




Η αντικαπιταλιστική αριστερά σε κρίσιμο σταυροδρόμι.
 

“Οι ψευτοεπαναστάτες συνδικαλιστές της Ιταλίας φτάνουν συχνά μέχρι του σημείου να συζητούν αν συμφέρει να γίνει το συνδικάτο (για παράδειγμα των σιδηροδρομικών) ένας κλειστός κύκλος, που δεν υπολογίζει παρά μόνο στους «επαναστάτες», παρά μόνο στην τολμηρή μειοψηφία που συμπαρασύρει τις ψυχρές και αδιάφορες μάζες, δηλαδή φτάνουν να αρνούνται την στοιχειώδη αρχή του συνδικαλισμού που είναι να οργανώσει το σύνολο των μαζών.”
A.Gramsci, «Συνδικαλισμός και συμβούλια»



του Νίκου Γουρλά

H κινηματική αδράνεια των έξι τελευταίων μηνών μπορεί να εξηγείται σε ένα βαθμό από την ελπίδα της εργατικής τάξης να δοθεί λύση για την ισοπέδωση μισθών και δικαιωμάτων της μέσα από τη διαδικασία των εκλογών, που καλλιέργησε «εκλογικές αυταπάτες» και καθήλωσε τις αγωνιστικές συνειδήσεις, όπως ισχυρίζονται ορισμένοι. Όμως δεν φτάνει αυτή η εξήγηση για να δοθεί απάντηση στο γιατί παρά το ρήγμα που δημιουργήθηκε στις συνειδήσεις των εργαζομένων από τους αγώνες των δυο τελευταίων ετών που μετατόπισε προς τα αριστερά μεγάλα κομμάτια της τάξης (με όλη φυσικά την αντιφατικότητα, το βάθος και το βαθμό συνείδησης από τμήματα των εργαζομένων), παρά τις μεγάλες προσπάθειες που γίνονται από ταξικά συνδικάτα στον ιδιωτικό τομέα αλλά και σωματείων και ομοσπονδιών του δημόσιου με αγωνιστικό πρόσημο, τα αποτελέσματα παραμένουν φτωχά και αναντίστοιχα του οδοστρωτήρα των μνημονιακών μέτρων που υλοποιεί η άθλια συγκυβέρνηση.

Aπό την άλλη βρίσκεται σε εξέλιξη το μεγαλύτερο σχέδιο αναδιανομής του πλούτου προς όφελος του κεφαλαίου και σε βάρος των δυνάμεων της εργασίας που έχει υπάρξει μεταπολεμικά. Σε αυτή τη λογική εντάσσονται οι ΕΟΖ, η σύνθλιψη των μισθών στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα (ήδη σε μεγάλη αλυσίδα πολυκαταστημάτων, προσλαμβάνουν εργαζόμενους με 280 ευρώ για εξάωρη εργασία νομιμότατα) παράλληλα με την κατάργηση της εργατικής νομοθεσίας, την τρομοκρατία, το τσάκισμα και των τελευταίων αντιστάσεων στους τόπους δουλειάς, ιδιαίτερα του ιδιωτικού τομέα, με πογκρόμ απολύσεων όσων αντιστέκονται στις μειώσεις και τις ατομικές συμβάσεις. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το εργατικό κίνημα δεν κατάφερε να ανατρέψει κανένα από τα μέτρα που εφάρμοσαν οι μνημονιακές κυβερνήσεις του κεφαλαίου, δημιουργούν μεγάλα ερωτηματικά στη μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων αφού ακόμα και παρατεταμένοι επίμονοι αγώνες όπως αυτός της Χαλυβουργίας τελικά ηττήθηκαν.
Με δεδομένο ότι οι πλειοψηφίες των ΓΣΕΕ - ΑΔΕΔΥ είναι πια περιφερόμενα πολιτικά και κινηματικά πτώματα, αφού το σύστημα τους έχει αφαιρέσει ακόμα και τα ελάχιστα προσχήματα «διαπραγμάτευσης», δεν παίζουν πια κανένα ρολό ούτε καν αυτόν του δήθεν «εταίρου» που το σύστημα στην προ κρίσης εποχή τους είχε αναθέσει. Όσο και αν δεν πρέπει να υποτιμάται ο ρόλος τους, ιδιαίτερα σαν ρεύμα αστικής αντίληψης μέσα στα συνδικάτα που οδηγεί στον ταξικό συμβιβασμό, την ηττοπάθεια, μέχρι και το ανοιχτό ξεπούλημα στην εργοδοσία, παρ΄ όλα αυτά τους έχει αφαιρεθεί η δυνατότητα διαμεσολάβησης που είχαν και δεν παίζουν κανένα ρόλο παρά μόνο αυτό της εξαγγελίας κατόπιν πιέσεων από την συνδικαλιστική αριστερά 24ωρων απεργιών.

Στις παρούσες συνθήκες η σημασία της αλλαγής ρότας του συνδικαλιστικού κινήματος για την ανατροπή της συνολικότερης επίθεσης του κεφαλαίου έχει τεράστια σημασία για την ανάστροφη του κλίματος απογοήτευσης και αναμονής. Υπάρχει σοβαρός κίνδυνος με τη σημερινή κατάσταση των σωματείων και των ομοσπονδιών, τον υπονομευτικό ρόλο των δυνάμεων του συμβιβασμού και της υποταγής, οι εργαζόμενοι να μεταθέσουν για άλλη μια φορά τις ελπίδες για το ζωή και το μέλλον τους για τις ερχόμενες εκλογές! Μη βλέποντας καμία ελπίδα στους αγώνες που παραμένουν ασυντόνιστοι, ψοφοδεείς, με 24ωρες ντουφεκιές εκτόνωσης, να υποταχτούν σε λογικές που θα αναζητούν «μεγάλους τιμονιέρηδες» που θα τους σώσουν από τα δεινά.

Θα έχουμε μεγάλη ευθύνη όλες συνδικαλιστικές δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής και ριζοσπαστικής αριστεράς, αν συνεχίσουμε με τις ίδιες πρακτικές σαν να μην άλλαξε τίποτα από την τελευταία απεργία του Φεβρουαρίου μέχρι τώρα. Η ευθύνη βαραίνει πια ολοκληρωτικά τις ταξικές δυνάμεις, τις δυνάμεις του κόσμου του αγώνα, αφού όλοι καταλαβαίνουν ότι οι καιροί του «ναι μεν αλλά» έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί και ότι η δημιουργία τώρα ενός μεγάλου ταξικολαϊκού μετώπου ρήξης και ανατροπής με άμεσους αλλά και μακροπρόθεσμους στόχους, είναι θέμα ζωής ή θανάτου για το εργατικό κίνημα. Καμιά αλλαγή συσχετισμών, στα σωματεία, στις ομοσπονδίες και στη ΓΣΕΕ προς όφελος των ταξικών δυνάμεων, των δυνάμεων του αγώνα, δεν θα έχει καμιά ουσία αν δεν υιοθετηθεί πλατιά από τις ηγεσίες όλων των πολιτικών και συνδικαλιστικών ρευμάτων της Αριστεράς αυτή η αναγκαιότητα.

Πολιτικοί και κινηματικοί οι λόγοι της καθήλωσης του κινήματος.
Ενώ η κοινωνία βράζει και η πολιτική κρίση βαθαίνει, ενώ το πολιτικό σύστημα βρίσκεται στην πιο αδύναμη στιγμή του, μην μπορώντας να δώσει τα ελάχιστα, ακόμα και σε βασικούς πυλώνες της κυριαρχίας του (σώματα ασφάλειας, δικαστικοί, παπάδες, στρατιωτικοί κλπ), οι πολιτικοσυνδικαλιστικές πρωτοπορίες της αριστεράς εκτιμούν πολύ σωστά ότι προϋπόθεση για την ανατροπή της επίθεσης είναι η ανασυγκρότηση του συνδικαλιστικού κινήματος σε νέα βάση. Για το πώς όμως θα γίνει αυτό υπάρχουν σε όλη την Αριστερά διαφορετικά πολιτικά σχέδια που το κάθε ένα από αυτά έχει τη δική του αξία και συμβολή. Όμως κανένα από αυτά τα σχέδια δεν απαντά με σαφήνεια στο τι πρωτοβουλίες θα παρθούν άμεσα για να δημιουργηθούν όλες εκείνες οι προϋποθέσεις για την έναρξη μιας πλατιάς διαδικασίας συνάντησης σωματείων - ομοσπονδιών που να υπερβαίνει τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, βάζοντας στην κρίση των εργαζομένων το δικό της αγωνιστικό σχέδιο, που θα ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες ενός κινήματος που θα μπορεί να νικήσει, που θα δημιουργεί προϋποθέσεις ρήξης και ανατροπής με τις δυνάμεις του κεφαλαίου.

Αντί για αυτό εξακολουθούν να λειτουργούν οι λογικές των «πόλων», των «αξόνων», του «θεσμικού συνδικαλισμού», οι αντιλήψεις που δεν ξεκαθαρίζουν ανοικτά τις σχέσεις με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία στο όνομα μιας λανθάνουσας λογικής για την ενότητα, η επιμονή -παρά τις κάποιες θετικές διαφοροποιήσεις τελευταία- του ΠΑΜΕ στην περιχαράκωση και την κομματική αυτάρκεια, αλλά και τα δεκάδες «πλαίσια» με τους αστερίσκους και υποσημειώσεις, που στη συγκεκριμένη συγκυρία λειτουργούν απωθητικά στους εργαζόμενους, δείχνουν ότι στην πραγματικότητα δεν έχει γίνει αντιληπτή η θανάσιμη απειλή που σήμερα επικρέμεται πάνω από τα κεφάλια όλων των εργαζομένων, αυτή της εξαφάνισης της δράσης των συνδικάτων από τους τόπους δουλειάς.

Είναι τραγική η εικόνα που παρουσιάζει η συνδικαλιστική Αριστερά όλων των εκφάνσεων, που, βαδίζοντας στους γνωστούς δρόμους, δεν χάνει ευκαιρία, με αφορμή αυτό ή το άλλο γεγονός, να κυκλοφορεί λίστες με συνδικαλιστές που υπογραφούν πλαίσια που καλούν τους άλλους συνδικαλιστές να συσπειρωθούν γύρω από το καθένα από αυτά. Έτσι όλοι καλούν όλους και κανένας δεν πάει πουθενά μένοντας στο «μετερίζι» του. Αυτή η κατάσταση όπως είναι φυσικό δεν οδηγεί πουθενά. Εκεί πρέπει να αναζητήσουμε τις αιτίες για την αποτυχία των όποιων προσπαθειών συντονισμού γίνονται είτε από σωματεία είτε από ομοσπονδίες.
Χωρίς να υπάρχει καμιά διάθεση υποτίμησης των υπαρκτών διαφορών, των πολιτικών και συνδικαλιστικών ρευμάτων που υπάρχουν στο εργατικό κίνημα, χωρίς να υποτιμάται ο αναγκαίος διαχωρισμός από τη γραφειοκρατία, αυτό όμως που εισπράττουν οι εργαζόμενοι στους τόπους δουλειάς είναι ότι οι πολιτικές και συνδικαλιστικές πρωτοπορίες της Αριστεράς, που είναι η ψυχή του κόσμου του αγώνα, είναι ανίκανες να ανταποκριθούν στη μία και μοναδική απαίτηση για την οποία όλοι μιλούν και συμφωνούν, που είναι το ενιαίο εργατολαϊκό μέτωπο - μοναδικό μέσο για την ανατροπή της επίθεσης.

Όσο αυτό δεν συγκροτείται, η συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων δέχεται ολοένα και μεγαλύτερα πλήγματα, δίνεται περαιτέρω έδαφος σε αντιλήψεις και λογικές που οδηγούν σε ακόμα μεγαλύτερη απογοήτευση και ηττοπάθεια. (Ακόμα και κάποια μικρά βήματα υπέρβασης αυτής της κατάστασης που έγιναν το περασμένο διάστημα μέσα από πρωτοβουλίες κοινής δράσης και προσπαθειών οικοδόμησης ενός άλλου αγωνιστικού ταξικού ρεύματος μέσα στους εργαζόμενους, π.χ. Συντονισμός Πρωτοβάθμιων Σωματείων, από ορισμένους αντιμετωπίζονται με καχυποψία.) Προάγγελοι αυτής της προοπτικής είναι οι αμαζες συνελεύσεις, η αποτυχία των απεργιών σε μια σειρά κλάδους. Η ελάχιστη ή ακόμα και μηδενική συμμετοχή εργαζομένων σε δραστηριότητες των πρωτοβάθμιων σωματείων σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. Για τον ιδιωτικό τομέα, ιδιαίτερα, τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα, αφού ο φόβος της απόλυσης και της μόνιμης ανεργίας βαραίνει το σύνολο των εργαζομένων, ακόμα και ενός ακόμα συνδικαλισμένου κομματιού που περιορίζει τη δράση του στα πλαίσια «ανεκτών» από την εργοδοσία αντιστάσεων. Οι εργαζόμενοι έχουν πραγματικά μπουχτίσει από την πολυδιάσπαση και τον κομματικό κατακερματισμό, από διαμεσολαβήσεις αυτόκλητων «σωτήρων» των ΣΣΕ που οδηγούν σε μειώσεις μισθών χωρίς κανένας να τους έχει εξουσιοδοτήσει, καλλιεργώντας αυταπάτες στους εργαζόμενους, αφού κανένα νομικό πλαίσιο δεν δεσμεύει τους εργοδότες να τις τηρήσουν.

Ο παραταξιακός κομματικός συνδικαλισμός που διαμεσολαβούσε μεταφέροντας στα συνδικάτα την αστική κοινοβουλευτική σκηνή της μεταπολίτευσης, είναι πια σε πλήρη αναντιστοιχία με τις ανάγκες των εργαζομένων, έχει απαξιωθεί στη συνείδηση μεγάλων τμημάτων της εργατικής τάξης, και, το κυριότερο, είναι ανύπαρκτος στη νέα βάρδια των εργαζομένων που δεν βλέπει καμιά προοπτική, καμιά ελπίδα αντίστασης και οργανωμένου αγώνα στους χώρους δουλειάς. Από την άλλη, ο κούφιος βερμπαλισμός και ο συνδικαλιστικός ακτιβισμός των «ειδικών» αρκείται στο να «κατηχεί» τους εργαζόμενους ρίχνοντας στην πραγματικότητα όλες τις ευθύνες σε αυτούς.

Προϋπόθεση για την ανασυγκρότηση και την αντεπίθεση του εργατικού κινήματος, η αλλαγή των συσχετισμών στα συνδικάτα και τους τόπους δουλειάς.

Το εκλογικό αποτέλεσμα όσο και το μετεκλογικό πολιτικό σκηνικό σίγουρα έχουν επιδράσει στις συνειδήσεις της εργατικής τάξης. Οι εργαζόμενοι με την ψήφο τους μπορεί να «λαχτάρησαν» το πολιτικό κατεστημένο, να ένιωσαν προς στιγμή ότι μπορούν να παρέμβουν στις εξελίξεις με την ψήφο τους, όμως από την άλλη είναι έκδηλη η απογοήτευση σε πλατιά τμήματα εργαζομένων ότι τελικά αυτό δεν επετεύχθη. Αυτό δημιουργεί ένα ιδιόμορφο κλίμα παραίτησης που σε συνδυασμό με την όξυνση της κρίσης την ύφεση αλλά και λογικές που παραπέμπουν στις επόμενες εκλογές, όποτε αυτές γίνουν, διαμορφώνουν ένα δυσχερές για τις ταξικές δυνάμεις πεδίο για την αντίστροφη του κλίματος.

Τέλος, αντιλήψεις ακόμα και από κάποια αγωνιστικά τμήματα που παραιτούνται με ευκολία από την οργάνωση του αγώνα πρώτα από όλα στους τόπους δουλειάς, μεταθέτοντας το κέντρο βάρος από τους εργασιακούς χώρους στις γειτονιές, σε δίκτυα και μορφές αλληλεγγύης, λαϊκές επιτροπές και συνελεύσεις γειτονιάς -που φυσικά παίζουν έναν ξεχωριστό ρόλο στον αγώνα για την ανατροπή αυτής της κατάστασης- δεν βοηθούν και σε κάποιες περιπτώσεις λειτουργούν και αποπροσανατολιστικά. Τέτοιες απόψεις και λογικές θα υπερισχύουν όσο μεγαλώνει η ψαλίδα ανάμενα στις δυνάμεις τις υποταγής και τις δυνάμεις χειραφέτησης όσο η ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος και η αλλαγή των συσχετισμών του παραμένει απλώς μια διαπίστωση χωρίς να την πιστεύει στην πραγματικότητα κανένας, είτε με τη σκέψη στραμμένη στις επόμενες εκλογές είτε μέχρι να «βγάλουν οι εργαζόμενοι συμπεράσματα».

Η ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος και η αλλαγή των συσχετισμών του, απαιτεί πρώτα από όλα σαφήνεια στο τι περιεχόμενο θα έχει, ποια πολιτικά, εργατικά αιτήματα άμυνας και αντεπίθεσης θα προβάλει που θα συσπειρώσουν καταρχήν το πρωτοπόρο κομμάτι του αγώνα. Οι εργαζόμενοι κατανοούν όλο και περισσότερο ότι η σημασία των άμεσων οικονομικών αιτημάτων δεν αρκεί, αν αυτά δεν συνδυάζονται με την πολιτική προοπτική των αγώνων. Συνεπώς γίνεται όλο και πιο καθαρό σε πλατιά τμήματα των εργαζομένων ότι οι αγώνες για να αποκτήσουν δυναμική και να δημιουργήσουν ρήγματα στο κατεστημένο πρέπει να συνδέονται με άμεσα πολιτικά προτάγματα όπως αυτό της ανατροπής της κυβέρνησης αλλά και προτάγματα που απελευθερώνουν τους εργαζόμενους από το φόβο απέναντι σε εκβιαστικά διλήμματα (Ε.Ε. - ευρώ κλπ).

Το νέο περιεχόμενο πάλης των εργατικών αγώνων θα πρέπει να συνδυάζει τις αμυντικές με τις επιθετικές διεκδικήσεις για όλα τα βασικά ζητήματα που καθορίζουν την οικονομική, κοινωνική και πολιτική θέση των εργαζόμενων. Για το μισθό, τις εργασιακές σχέσεις, το χρόνο εργασίας, την ασφάλιση, την υγεία, τις ιδιωτικοποιήσεις, τη δημοκρατία, τον πολιτισμό, την Ευρωπαϊκή Ένωση. Υπάρχουν, από το σύνολο των ρευμάτων της συνδικαλιστικής Αριστεράς, τέτοια πλαίσια που κατά 95% είναι κοινά μεταξύ τους. Για να αλλάξουμε την κατάσταση, υπάρχουν κατά τη γνώμη μου τρεις προϋποθέσεις:

Α) Να συγκεντρώσουμε, να ενώσουμε, να εμπνεύσουμε και να μετασχηματίσουμε, με μαζικούς όρους, εκείνο το πρωτοπόρο εργατικό κομμάτι που κατανοεί ότι χρειάζεται μια ριζική, ταξική ανασυγκρότηση του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος μακριά από τον υποταγμένο συνδικαλισμό και το συνδικαλισμό της ταξικής συμφιλίωσης. Αυτό θα γίνει μέσα από την ενίσχυση πρωτοβουλιών που θα ενοποιούν τις αντιστάσεις, μέσα από συντονισμούς και κοινούς αγώνες που θα μετουσιώνονται σε μια άλλου τύπου οργάνωση των συνδικάτων που θα πατάει στο συνδικαλισμό των κάτω. Με την αναζωογόνηση των υπαρκτών συνδικάτων, με νέο περιεχόμενο και άλλη λειτουργία, συνελεύσεις με άμεση εκπροσώπηση. Με τη δημιουργία νέων σωματείων, με την ανατροπή των διαχωρισμών σε δημόσιο ιδιωτικό τομέα, με ενοποίηση συνδικάτων σε κοινό εργασιακό χώρο ή κλάδο.
Ο Συντονισμός Πρωτοβάθμιων Σωματείων, αφού ξεπεράσει κάποια βασικά προβλήματα και μεταβληθεί σε πραγματικό συντονισμό των «κάτω», μπορεί να αποτελέσει τον πυρήνα για τη δημιουργία ενός ενιαίου εργατικού μετώπου ρήξης και ανατροπής που θα αλλάξει τους συσχετισμούς στα συνδικάτα αλλά και τους όρους της ταξικής πάλης προς όφελος των δυνάμενων της εργασίας και της κοινωνικής απελευθέρωσης. Στην κατεύθυνση αυτή δεν πρέπει να αποκλείονται πρωτοβουλίες και συνεργασίες που θα βοηθούν στον απεγκλωβισμό δυνάμεων από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, όχι φυσικά με όρους συναλλαγής αλλά στη βάση αγωνιστικών ταξικών πλαισίων.

Β) Οι δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, οι δυνάμεις που έχουν αναφορά στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα πρέπει επιτέλους να ενοποιηθούν στα πλαίσια μιας πλατιάς πολιτικοσυνδικαλιστικής κίνησης που δεν θα είναι μια ακόμα κομματική παράταξη αλλά ένα διακριτό ρεύμα που θα ενισχύσει την ενωτική πολιτική συγκρότηση και δράση στις εργατικές, ταξικές, αντικαπιταλιστικές πτέρυγες των συνδικάτων, που θα δίνει τη μάχη στον αγώνα για την αλλαγή των συσχετισμών ενιαία, σε ενότητα και αντιπαράθεση με το μαχητικό ρεφορμισμό υπερβαίνοντας παράλληλα τις ρεφορμιστικές πολιτικές της Αριστεράς στο εργατικό κίνημα. Θα συγκροτηθεί στη βάση ενός Προγράμματος για τα εργατικά δικαιώματα της εποχής μας, στην κατεύθυνση της απόκρουσης και ανατροπής της επίθεσης στην προοπτική της κοινωνικής απελευθέρωσης.
Μια τέτοια Κίνηση θα παρεμβαίνει σε όλα τα όργανα και τις μορφές του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, θα είναι ο βασικός μοχλός για την ταξική ανασυγκρότηση και το μετασχηματισμό τους, σεβόμενη την αυτοτέλειά τους και το ρόλο τους στην οργάνωση του οικονομικού και πολιτικού αγώνα της τάξης. Θα συσπειρώνει εργάτες από τις αντικαπιταλιστικές πολιτικές οργανώσεις και δυνάμεις, ευρύτερα, ανεξάρτητους πρωτοπόρους αγωνιστές και νεολαίους, αλλά και ριζοσπάστες διανοούμενους. Η δημιουργία της θα δώσει δύναμη στα ταξικά και αγωνιστικά σωματεία και στο συντονισμό τους, θα βοηθήσει στην παρέμβαση των ταξικών αντικαπιταλιστικών δυνάμεων σε ομοσπονδίες και Εργατικά Κέντρα και στην πανελλαδική ενοποίησή τους. Θα συντονίσει την παρέμβασή τους στους αγώνες που ξεσπούν. Θα συμβάλει στον πολλαπλασιασμό, στην ενότητα και στον πολιτικό προσανατολισμό των εργατικών συσπειρώσεων.

Γ) Οι δυνάμεις κομουνιστικής αναφοράς με την πρωτοπόρα δράση και συμμετοχή τους στα δυο παραπάνω κομβικά μέτωπα για την πορεία του εργατικού κινήματος θα πρέπει να παρεμβαίνουν στην ταξική πάλη προβάλλοντας ένα πολιτικό πλαίσιο που θα στοχεύει στη διεύρυνση της ταξικής συνείδησης σε επίπεδα που να κατανοούν οι εργαζόμενοι μέσα από την ίδια τους την πείρα τον καπιταλισμό σαν τη βασική αιτία των προβλημάτων τους. Παρεμβαίνοντας στην πάλη που αναπτύσσουν τα εργατολαϊκά μέτωπα είναι φανερό ότι οι δυνάμεις κομουνιστικής αναφοράς και προοπτικής επιδιώκουν να κερδίσουν τους πιο συνειδητοποιημένους εργάτες στο επαναστατικό πρόγραμμα και στην επαναστατική πολιτική, μέσα από ένα άμεσο πολιτικό πρόγραμμα που δεν θα στέκεται αμήχανα στο θέμα της αριστερής κυβέρνησης, αλλά με σαφήνεια θα απαντά καταφατικά με τα πέντε σημεία που πρόβαλε το μεταβατικό προεκλογικό πρόγραμμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Για την επίτευξη αυτού του στόχου, πέρα από τη γενική πολιτική ζύμωση, θα πρέπει να αναδεικνύουμε εκείνα τα πολιτικά πλαίσια που έρχονται σε σύγκρουση με την κερδοφορία του κεφαλαίου, την Ε.Ε., αναδεικνύοντας παράλληλα τα όρια του καπιταλιστικού συστήματος, συνδέοντάς τα παραπέρα με την προοπτική της κατάργησης της εκμετάλλευσης, με την ίδια την απελευθερωτική αποστολή της εργατικής τάξης. Η συνειδητοποίηση και η στράτευση αυτών των νέων πρωτοποριών που έχουν αναδειχτεί μέσα από οξυμένους ταξικούς αγώνες της περιόδου (Χαλυβουργία κ.α.) στην υπόθεση της αντικαπιταλιστικής και της κομμουνιστικής αριστεράς αποτελεί τον πιο προωθημένο παράγοντα στην υπόθεση για τη χειραφέτηση της εργατικής τάξης, με την προϋπόθεση ότι συνδυάζεται με την προώθηση των προσπαθειών για μια ριζική προγραμματική, πολιτική και μαζική ανασυγκρότηση και παρέμβαση του κομουνιστικού και του ευρύτερου αντικαπιταλιστικού και ταξικού εργατικού κινήματος.

Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2012

Στάθης: Η μπαλάντα του Φιλότιμου...


Μου ζητούν να πληρώνω τους φόρους μου εκείνοι που προσφέρουνστους φοροφυγάδες νομιμότητα και κοινωνικό κύρος.
Παρά ταύτα πληρώνω τους φόρους μου.
Απ’ το υστέρημά μου, ακόμα και κάνοντας χρέη για να πληρώσω, πληρώνω τους φόρους μου. Κατανοώ όσους συμπολίτες μου δεν μπορούν να πληρώσουν πια, αλλά όσο μπορώ θα τους πληρώνω.
Κι, ως φαίνεται, για αυτό ακριβώς μας προσθέτουν και νέους φόρους. Κάθε είδους. Εμμεσους και άμεσους. Οθωμανικούς (χαράτσια) κι ευρωπαϊκούς(έκτακτες εισφορές).
Μάλιστα, βρίσκουν τρόπους τις έκτακτες εισφορές να τις κάνουν μόνιμες(όπως το χαράτσι για τα ακίνητα μέσω ΔΕΗ).
Μου βάζουν φόρους κεφαλικούς αυτοί που κλέβουν απ’ τους φόρους μου για την παιδεία ή την υγεία και τους πάνε πεσκέσι στους καναλάρχες και τους λοιπούς προπαγανδιστές των οκτώμισι, αυτούς
ακριβώς που σε κατηγορούν ότι εσύ φταις για όλα.
Εσύ φταις που δεν πληρώνουν φόρους οι εφοπλιστές,
εσύ φταις για τις μίζες στην Αμυνα,
εσύ φταις για τις μίζες στη Ζήμενς, εσύ τα έφαγες μαζί με τον κ.Χριστοφοράκο,
εσύ φταις, σου λένε, που μας ψήφισες - ουπς! σε αυτό πρέπει να παραδεχθούμε ότι έχουν ένα δίκιο! Επί πολλά χρόνια ήξερες κι όμως τουςψήφιζες.
Πλην όμως, ο πολίτης δεν δικάζεται για την ψήφο του. Ούτε είναι ο πολίτης αυτό που ψήφισε χθες. Ο πολίτης είναι πάντα αυτό που ψηφίζει κάθε φορά. Δεν υπάρχουν ψηφοφόροι από παρθενογένεση
ούτε «καθαροί» ψηφοφόροι εξ ουρανού. Ο πολίτης έχει κάθε δικαίωμα να αλλάζει γνώμη, επιλογή, κόμμα (όπως και να επιμένει στα ίδια). Αυτοί
που προσπαθούν να του δημιουργήσουν ενοχή για τις επιλογές του ή τα πεπραγμένα του θέλουν απλώς τη συνενοχή του στα δικά τους κρίματα. Τηνενοχική του αδράνεια και την αυτοακύρωσή του.
Οι πολίτες έχουν πολιτικές ευθύνες αλλά δεν λογοδοτούν για αυτές στους πολιτικούς (πόσω μάλλον στα παπαγαλάκια και τα κάθε λογής φερέφωνα).Αντιθέτως
οι πολιτικοί για τις πολιτικές τους ευθύνες (πρέπει να) λογοδοτούνστους πολίτες.
Αν κάποιος πολίτης αλλάξει γνώμη και επιλογές, ασκεί το δημοκρατικό του δικαίωμα, αν ένας πολιτικός διαπράξει το ίδιο, πρέπει να δώσει εξηγήσεις,διότι οι έως εκείνη τη στιγμή πράξεις του αφορούσαν το κοινό καλό ή κακό -συνεπώς δεν υπάρχουν κολυμβήθρες του Σιλωάμ για τους πολιτικούς, αλλά υπάρχει μια συνεχής διαδικασία κάθαρσης για τους πολίτες- μια κρήνη όπου κανείς μπορεί «να πλένει τα ανομήματά του κι όχι μόνον την όψη του», ναδιορθώνει
τα λάθη του, αν έχει κάνει, χωρίς άλλο κόστος παρά εκείνο που ο ίδιος αντιλαμβάνεται πως πρέπει να καταβάλει - δεν
είναι η πολιτική «δίκη» για τους πολίτες, είναι «δίκη» για τουςπολιτικούς.
Τώρα προσπαθούν να σε καθηλώσουν. Εσύ φταις για το φακελάκι του γιατρού, εσύ φταις για το γρηγορόσημο, εσύ φταις για τη «χαμηλή» διαφθορά.
Ε λοιπόν, αν φταις για αυτό (και κάποιοι από μας φταίνε), φταις το ίδιο και για το φιλότιμο του γιατρού, φταις το ίδιο και για τον καθηγητή που βοηθάει τα παιδιά με σθένος κι αίσθημα τιμής, φταις και για τον δημόσιο υπάλληλο που κάνεικαλά τη δουλειά του, φταις για τον στρατιωτικό που κρατάει άμυνα,
διότι
όλοι αυτοί που κάνουν το καθήκον τους σε σένα απευθύνονται, σε σένα προσφέρει ο γιατρός το φιλότιμό του, ο καθηγητής τον κόπο του, ο υπάλληλος τη γνώση του, ο στρατιωτικός την αγρύπνια του,
επιτέλουςτο φιλότιμο του ενός προσφέρεται στο φιλότιμο του άλλου.
Ενα φαινόμενο που θάλλει ανάμεσα στους εργαζόμενους, στιςεργατικές τάξεις, τους βιοπαλαιστές και τους επιχειρηματίες που πάνε με τονσταυρό στο χέρι - δηλαδή με τον νόμο. Δεν ακμάζει (δεν υπάρχει καν) αυτό το φαινόμενο ούτε ανάμεσα στους τοκογλύφους, ούτε ανάμεσα στα λαμόγια, τουςαεριτζήδες, τα τραστ, τους κομματικούς καρεκλοκένταυρους και το υπηρετικό τους προσωπικό,
τα παπαγαλάκια της Διαπλοκής και της Διαφθοράς, τους τρομοκράτες των οκτώμισι, τους «τιμητές» της δεκάρας.
  
Δουλεύω σαν σκύλος και μου κόβουν τον μισθό, την ασφάλιση, τησύνταξη, σπουδάζω και μένω άνεργος ή δουλεύω για ψίχουλα,
βαρειά η μελαγχολία της δυσπραγίας μας πλημμυρίζει τα σπίτια μας.
Και μου λένε πως φταίω εγώ ο κλεφτοκοτάς (ή όχι) που μπήκαν οιαλεπούδες στο κοτέτσι. Και φέρνουν τώρα λύκους να τις διώξουν, κι αύριολιοντάρια να διώξουν τους λύκους - δεν θα έχουν τέλος τα πακέτα και τα «μέτρα».
Ωσπου να επιτευχθεί ο στόχοςΝα σκλαβωθείς. Και σκλάβος μένειμόνον όποιος νομίζει ότι η σκλαβιά του αξίζει, ότι φταίει ο ίδιος για αυτήν.
Χρόνια τώρα αυτή είναι η δουλειά της κυρίαρχης προπαγάνδας: να μας κάνουν ενοχικούς. Και να μας στρέφουν τον έναν εναντίον του άλλου.
Τώρα που το σύστημα τρίζει, σε αυτήν την προπαγάνδα της Διαπλοκήςπροσθέτει τις δυνάμεις της και η Χρυσή Αυγή βρίζοντας τους πάντες, τους αριστερούς, τους ομοφυλόφιλους, τις γυναίκες (αυτές τις δέρνει κιόλας), τους εβραίους, τους μουσουλμάνους, τους πάντες
δηλητηριάζοντας τον έναν εναντίον του άλλου, εφαρμόζοντας
χάριν της άρχουσας τάξης αυτό που αυτή η τάξη ποθεί περισσότερο διότι το θεωρεί ασφαλέστατο: το διαίρει και βασίλευε.
Ε λοιπόν, η ταπεινότης μου είναι με το φιλότιμο του γιατρού κι όχι με τοδηλητήριο του φερέφωνου ή το μίσος του φασίσταΠροσδοκώ στην πολιτική συμπεριφορά των ανθρώπων κι όχι στον αταβισμό των θηρίων.
Είμαι με το φιλότιμο, την αλληλεγγύη και την ελπίδα, όχι με τηνκατεργαριά, τον ατομικισμό και τα πογκρόμ.
Σήμερα το φιλότιμο διαδηλώνει στους δρόμους, η εργασία και οπολιτισμός της εργασίας - το πιο ευγενικό δημοκρατικό καρκατσουλιό σήμερα μάχεται, όπως μάχεται υπό κλίμακα κάθε μέρα, όπως θα μάχεται και αύριο,ώσπου ανάγκη άλλης μάχης να μην υπάρχει
και εορταστικός σαν Κυριακή να κυλάει ο βίος μας, ο βίος τουανθρώπου δημιουργού.
  
«Ονειρα» θα μου πεις! χωρίς τα όνειρα, σκοτάδι του Αδη, θα αντιλέξω και, σύντροφέ μου, θα προσθέσω: όχι μόνον όνειρα, αλλά στόχοιΠολιτικοί στόχοι.Εφικτοί. Ούτε η ισονομία είναι ουτοπία, ούτε η απελευθέρωση των ανθρώπων!Η ελευθερία είναι ανάγκη...



Τρίτη 11 Σεπτεμβρίου 2012

ΠΑΝΟΣ ΔΑΜΕΛΟΣ: Σεπτέμβριος 2012 με το κίνημα σε παραλυσία και το φασισμό να εξαπλώνεται. Τι πρέπει να κάνει η αντικαπιταλιστική αριστερά;

Πάνος Δαμέλος
Αντιφασιστικό μέτωπο: απολύτως αναγκαίο…
Εδώ και μήνες συζητιέται και σε κάποιες περιοχές έχουν γίνει τέτοιες προσπάθειες «από τα κάτω». Ωστόσο είναι εμφανές ότι πρέπει να ξυπνήσουν και οι ηγεσίες και να υπάρξει ένας συντονισμός και σε κεντρικό επίπεδο μεταξύ των δυνάμεων της αριστεράς και των συλλογικοτήτων του αντιεξουσιαστικού χώρου που λειτουργούν με κινηματική λογική, που θα δώσει το έναυσμα αλλά και την αισιοδοξία στους ανθρώπους σε κάθε περιοχή να βρεθούν σε τέτοιες κοινές πρωτοβουλίες. Εδώ υπάρχει αντίστοιχη απόφαση του τελευταίου Πανελλαδικού Συντονιστικού της Ανταρσύα για ένα τέτοιο κάλεσμα, το οποίο μένει να δούμε τις επόμενες βδομάδες αν θα υλοποιηθεί από την ΚΣΕ ή αν θα παραμείνει σε διακηρυκτικό επίπεδο.
Ένα τέτοιο μέτωπο θα πρέπει να αντιπαρατεθεί και σε ιδεολογικό/φρασεολογικό επίπεδο με το ανερχόμενο φασιστικό κίνημα. Καλώς ή κακώς, η αντικαπιταλιστική φρασεολογία δεν είναι κοινός τόπος για τον πολύ κόσμο. Η ελληνική ταυτότητα και η «εθνική ενότητα» είναι έννοιες θετικές για τους περισσότερους και εκεί πατάει η Χρυσή Αυγή. Άλλωστε όλο και από περισσότερους ακούς ότι «δε συμφωνώ με όλα όσα λέει και κάνει η Χρυσή Αυγή, αλλά σε κάποια καλά τα λένε». Και εκεί είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος, στην εύνοια ή έστω ανοχή που της δείχνει όλο και περισσότερος κόσμος, μέσα στην απόγνωσή του και το γενικότερο μπέρδεμα λόγω της κατάρρευσης όλων όσων θεωρούσε μέχρι σήμερα δεδομένα. Αυτό που μπορεί ένα αντιφασιστικό μέτωπο να αντιπαραθέσει σαν κεντρικό σύνθημα –για να μην είναι ένα στείρο κίνημα άρνησης- είναι αυτό της πραγματικής δημοκρατίας –πραγματικής για να διαχωρίζεται από τη σάπια κατάσταση που βιώνουμε εδώ και δεκαετίες– η οποία είναι μία έννοια καθολικά αναγνωρισμένη ως θετική αλλά με την οποία η Χρυσή Αυγή δεν μπορεί να «παίξει».
Φυσικά ένα τέτοιο μέτωπο δεν μπορεί να στεγάσει όλες τις αντιφασιστικές δράσεις που απορρέουν από τις διαφορετικές προσεγγίσεις κάθε χώρου και κάθε οργάνωσης. Αυτές μπορούν να γίνονται παράλληλα. Όμως εκεί που μπορούμε να είμαστε μαζί πρέπει να είμαστε μαζί, με ένα συντονισμό, μια συνεννόηση για την περιφρούρηση των δράσεων κλπ – κανείς δεν περισσεύει, ειδικά σε τέτοιες κρίσιμες εποχές.
Επίσης χρειάζεται συντονισμένη παρέμβαση στα σχολεία, κατεξοχήν χώρο φασιστικής στρατολόγησης σήμερα, είτε με τη μορφή του αντιφασιστικού μετώπου, είτε –ακόμα καλύτερα- με τη μορφή αριστερών σχημάτων τύπου ΕΑΑΚ.
…αλλά όχι αρκετό.
Το αντιφασιστικό μέτωπο όμως σίγουρα δεν είναι αρκετό για να ανακόψει τον εκφασισμό της κοινωνίας. Ακριβώς επειδή είναι ένα μέτωπο «αντί-», που ετεροκαθορίζεται δηλαδή, έχει περιορισμούς στην παρέμβασή του σε μια κοινωνία που αναζητά μια σανίδα σωτηρίας. Αν δεν καταφέρουμε να δημιουργήσουμε τις αναγκαίες αντι-δομές και το «αντίπαλο δέος», όλο και περισσότερος κόσμος θα βρίσκει αποκούμπι στην «προστασία» της Χρυσής Αυγής όταν το κοινωνικό κράτος καταρρέει με αυτή την ταχύτητα. Αυτό που προτείνω είναι ουσιαστικά μια εναλλακτική ανάγνωση του σχήματος κόμμα-μέτωπο-κίνημα, μια προσαρμογή στις σημερινές ανάγκες, όπου σε «κόμμα» μετατρέπεται το αντικαπιταλιστικό μέτωπο, ενώ το μέτωπο γίνεται ευρύτερο και περιλαμβάνει δυνάμεις με τις οποίες συμπίπτουν οι άμεσοι στόχοι που κι εμείς θέτουμε, χωρίς όμως να είναι απαραίτητο ότι με το ίδιο ακριβώς σχήμα θα φτάσουμε μέχρι την αντικαπιταλιστική ανατροπή. Ας ξεκινήσουμε από το κόμμα. Μάλλον, επειδή η λέξη κόμμα παραπέμπει σε έναν αρκετά συγκεκριμένο τρόπο λειτουργίας, προτιμώ τη λέξη «οργάνωση» ή «νέος κομμουνιστικός φορέας», όπως συζητιέται έντονα τελευταία στο χώρο.
Χρειάζεται ο νέος κομμουνιστικός φορέας;
Η απάντηση είναι απλή: σαφέστατα. Όποιος δε βλέπει την απουσία σύγχρονου επαναστατικού υποκειμένου που να μπορεί να εμπνεύσει είναι τυφλός (ή ήδη οργανωμένος σε κάποιο χώρο που θεωρεί ότι αποτελεί αυτό το υποκείμενο, άρα μάλλον θεωρεί ότι είμαστε σε καλό δρόμο και δε μοιραζόμαστε τις ίδιες ανησυχίες, τουλάχιστον στον ίδιο βαθμό – φυσικά, ο καθένας μπορεί να πιστεύει ό,τι θέλει, η πραγματικότητα όμως συνήθως είναι αδυσώπητη). Στις μάχες που έρχονται χρειάζεται μία στοιχειωδώς συμπαγής οργάνωση. Δεν είναι τυχαία πχ και η μετατροπή του Σύριζα σε κόμμα. Όποιος είναι σκορπιοχώρι δύσκολα θα αντέξει και θα καταφέρει να πάρει τις αναγκαίες πρωτοβουλίες στη δύσκολη πολιτικά περίοδο που ήδη διανύουμε.
Ωραία, και τι χαρακτηριστικά θα έχει αυτή η οργάνωση;
Είναι εμφανές ότι ο ιεραρχικός δημοκρατικός συγκεντρωτισμός (και ακόμα περισσότερο η σταλινική εκδοχή του) είναι σήμερα απωθητικός για τον ευρύτερο προοδευτικό κόσμο – περισσότερο από την αρχική επιτυχία της ρωσικής επανάστασης, του χρεώνεται ο εν συνεχεία εκφυλισμός και η γραφειοκρατικοποίησή της (ανεξάρτητα από το αν κάτι τέτοιο όντως ισχύει ή όχι). Δεν είναι τυχαίο το ότι ειδικά μετά την πτώση του «υπαρκτού» υπάρχει όλο και πιο έντονο ενδιαφέρον για εγχειρήματα άμεσης δημοκρατίας (οι πλατείες είναι ένα τρανταχτό και πρόσφατο παράδειγμα). Ο νέος κομμουνιστικός φορέας λοιπόν θα λειτουργεί όσο γίνεται αντιιεραρχικά, με βάση τη δημοκρατική ενότητα δράσης, χωρίς οι διαφορές να κρύβονται αλλά και χωρίς να αποτελούν εμπόδιο στη δράση.
Επίσης, κάτι που λέμε εδώ και ένα χρόνο αλλά ποτέ δεν το κάνουμε πιο συγκεκριμένο: να μάθουμε από τις πλατείες, από τον τρόπο οργάνωσής τους. Σωστά, δεν μπορεί να λειτουργεί στα πάντα αμεσοδημοκρατικά μια οργάνωση με πανελλαδική δικτύωση, όμως μπορούν να εισαχθούν τέτοια στοιχεία, όπως πχ τα εσωτερικά δημοψηφίσματα, όπου θα συμμετέχουν όλα τα μέλη (μπορούν να κατατεθούν συγκεκριμένες προτάσεις για το πώς μπορεί να γίνει πρακτικά κάτι τέτοιο – αυτό που μας λείπει είναι η πολιτική βούληση). Εκτιμώ πως μια οργάνωση που θα προσέγγιζε ειλικρινά τέτοιες μεθόδους λήψης αποφάσεων θα μπορούσε να εμπνεύσει τη νεολαία που λοξοκοιτάζει προς τον αντιεξουσιαστικό χώρο αλλά και να συσπειρώσει κόσμο που πολιτικοποιήθηκε στις πλατείες ή που έχει αποσυρθεί, ειδικά αν αυτό γινόταν θαρραλέα, με μια καμπάνια εγγραφής μελών τύπου «χτίζουμε την αντισυστημική αριστερά της άμεσης (ή πραγματικής) δημοκρατίας». Χρειαζόμαστε τέτοια άλματα, χρειαζόμαστε να δούμε (και να δοκιμάσουμε) τα πράγματα αλλιώς από όπως έχουμε συνηθίσει. Αν θέλετε, και επειδή πρέπει να διδασκόμαστε από το παρελθόν, αν οι πλατείες και οι συνελεύσεις γειτονιάς του 2011 έχουν μια ελάχιστη αναλογία με τα σοβιέτ του 1905, τότε, όπως οι μπολσεβίκοι πήραν με το μέρος τους τα σοβιέτ το 1917, έτσι κι εμείς πρέπει να προετοιμάσουμε μια αντίστοιχη μελλοντική επανάσταση προσεγγίζοντας ιδέες που υπάρχουν σήμερα σε ανοιχτές συνελεύσεις και αυτοδιαχειριζόμενους χώρους. Άλλωστε, ο τρόπος οργάνωσης του επαναστατικού υποκειμένου οφείλει να έχει στοιχεία από τη μελλοντική σοσιαλιστική και κομμουνιστική κοινωνία και δεν μπορούμε να λέμε στον κόσμο ότι είμαστε αντίθετοι με τη λογική της ανάθεσης αλλά να την εφαρμόζουμε οι ίδιοι στα εσωτερικά μας ζητήματα. Ακόμα και τα συνέδρια με αναλογία αντιπροσώπων 1:3 μπορεί να φαίνονται δημοκρατικά, αλλά στην πραγματικότητα στις κεντρικές πολιτικές αποφάσεις αφήνουν τα 2/3 των μελών της οργάνωσης ουσιαστικά σε ρόλο αφισοκολλητή!
Συνεχίζοντας στο ίδιο μοτίβο, και εφόσον δεν είμαστε της λογικής «ένα είναι το κόμμα», εφόσον δηλαδή δεχόμαστε ότι στη σοσιαλιστική κοινωνία θα υπάρχει πολιτική πολυφωνία και διαφορετικά κόμματα, αυτό σημαίνει ότι ακόμα και το επαναστατικό υποκείμενο θα μπορούσε (ή και θα έπρεπε) να έχει μετωπικό ή έστω πολυτασικό χαρακτήρα. Το οποίο μας φέρνει στο ότι…
Η Ανταρσύα μπορεί να γίνει ο νέος κομμουνιστικός φορέας – ας το πιστέψουμε!
Η όλη συζήτηση για το σύγχρονο επαναστατικό υποκείμενο που… θα έρθει κάποτε, τείνει να αποκτήσει μυθικά χαρακτηριστικά, κάτι σαν τη λαϊκή εξουσία που ευαγγελίζεται το ΚΚΕ. Λοιπόν, σύντροφοι, ας είμαστε ρεαλιστές και πρακτικοί άνθρωποι: είμαστε ήδη 5 χρόνια βουτηγμένοι στην παγκόσμια καπιταλιστική κρίση. Έχουμε στα χέρια μας μια μετωπική οργάνωση η οποία, πρώτη φορά για τα δεδομένα της «εκτός των τειχών» αριστεράς, είναι γνωστή σχεδόν σε όλη την Ελλάδα. Και αντί να σοβαρευτούμε, να τη φροντίσουμε και να τη μετατρέψουμε μεθοδικά αλλά και με την ταχύτητα που απαιτείται στο όχημα με το οποίο θα κάνουμε τη δική μας έφοδο στον ουρανό, τη θυμόμαστε κυρίως στις εκλογές και τον υπόλοιπο καιρό η κάθε οργάνωση κάνει τους δικούς της σχεδιασμούς, ρεμβάζοντας για το μελλοντικό επαναστατικό υποκείμενο. Την ίδια ώρα, η Χρυσή Αυγή δημιουργεί δεσμούς με την κοινωνία, έχει ήδη την αστυνομία με το μέρος της, κάνει ακτιβισμούς για να περάσει τα μηνύματά της, επηρεάζει –έως και καθορίζει- την πολιτική ατζέντα. Η ελληνική «πορεία προς τη Ρώμη» μέσα σε τόσο συμπυκνωμένο πολιτικό χρόνο μπορεί να είναι ζήτημα ακόμα και μηνών και εμείς θα πιαστούμε στον ύπνο, σχεδιάζοντας το υποκείμενο με το οποίο θα σχεδιάσουμε την επανάσταση. Ας ξυπνήσουμε, δεν υπάρχει άλλος χρόνος! Πιστεύει κανείς ότι μπορούμε πλέον να στήσουμε κάτι από την αρχή και να προλάβουμε να το δικτυώσουμε και να το διαδώσουμε πανελλαδικά πριν μας τσακίσουν τα νέα τάγματα ασφαλείας που ήδη στήνονται; Το όχημα υπάρχει, είναι η Ανταρσύα, ας ρίξουμε όλες μας τις δυνάμεις εκεί γιατί έχουμε πραγματικά πολλή δουλειά για να αναπληρώσουμε την ουσιαστική απραξία του τελευταίου διαστήματος.
Πρακτικά αυτό πώς μπορεί να γίνει;
Στην ουσία πρέπει να ολοκληρωθεί το δειλό βήμα δημοκρατικής συγκρότησης που έγινε στην πρώτη συνδιάσκεψη. Πρέπει να βρούμε τρόπους να αποφασίζουμε για τα πάντα σε επίπεδο Ανταρσύα (και όχι μόνο για όσα «αναγκαζόμαστε») και να συμφωνήσουμε ότι οι αποφάσεις αυτές δεσμεύουν όλα τα μέλη. Αν και έχουμε εκλεγμένα όργανα, αυτά παίρνουν αποφάσεις που δεν υλοποιούνται πάντα. Ενώ δηλαδή έχουμε ένα υποτυπωδώς δημοκρατικό οργανωτικό πλαίσιο, ούτε καν αυτό δεν τηρείται. Άρα χρειαζόμαστε και έναν ποιοτικά αναβαθμισμένο σε όλα τα επίπεδα κανονισμό λειτουργίας, αλλά κυρίως την πολιτική βούληση να επιβληθεί αυτός – και εκ των πραγμάτων, αυτό θα γίνει εις βάρος της ουσιαστικά απόλυτης αυτονομίας των επί μέρους οργανώσεων που υπάρχει αυτή τη στιγμή.
Μα, γίνεται κάτι τέτοιο; Δεν κρύβει κινδύνους;
Η διαδικασία της μετατροπής της Ανταρσύα από συμπαράταξη οργανώσεων σε πολιτικό υποκείμενο , στο βαθμό που δε θα συνειδητοποιήσουν όλες οι πλευρές την κρισιμότητα της κατάστασης και την άμεση ανάγκη για κάτι τέτοιο, φυσικά και μπορεί να φέρει κλυδωνισμούς, ακόμα και αποχωρήσεις. Ωστόσο η Ανταρσύα όπως (υπο-)λειτουργεί σήμερα δεν μπορεί να προσφέρει σε καμία περίπτωση αυτά που έχει ανάγκη το σύγχρονο αντικαπιταλιστικό κίνημα. Ή θα αναβαθμιστεί ραγδαία ποιοτικά, ή θα είναι άχρηστη – ίσως και βάρος. Συγκεκριμένα για παράδειγμα θεωρώ πιο σημαντικό να παίρναμε απόφαση σαν Ανταρσύα για το πού θα είναι το μπλοκ μας στη ΔΕΘ (δηλαδή ουσιαστικά να είχαμε ενιαία στρατηγική για τα εργασιακά/συνδικαλιστικά ζητήματα), ακόμα κι αν η απόφαση αυτή ήταν πολιτικά λάθος για το 40% των μελών μας, παρά να καλούμε σε διαφορετικά σημεία. Γιατί και αυτό το πισωγύρισμα της Ανταρσύα, η αδυναμία δηλαδή να πάρει μια τέτοια απόφαση (άλλωστε δεν είμαστε πια στο 2009), είναι πολιτικά λάθος, και μάλιστα μεγαλύτερο από το να πηγαίναμε όλοι στο «λάθος» σημείο. Ας το συνειδητοποιήσουμε: αυτό που έχουμε να αντιμετωπίσουμε ΔΕΝ λύνεται σε επίπεδο ΝΑΡ-ΣΕΚ-ΑΡΑΝ κλπ. Το πρώτο βήμα για να ανταπεξέλθουμε στις απαιτήσεις των καιρών είναι να παραδεχτούν οι οργανώσεις την ανεπάρκειά τους, καθώς και το ότι ο καπιταλισμός δε θα πέσει επειδή θα επιμείνουν μέχρι τελικής πτώσης στη γραμμή της η καθεμία.
Καλύτερα να κάνουμε λάθη, παρά να μην κάνουμε τίποτα
…και να παρακολουθούμε τις εξελίξεις ουσιαστικά αμέτοχοι. Γιατί μόνο μέσα από την Ανταρσύα έχουμε σα χώρος μία στοιχειώδη μαζικότητα και μπορούμε να παρεμβαίνουμε στο κίνημα και την κοινωνία. Άρα, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει υποχώρηση σε επιμέρους ζητήματα για όλες τις οργανώσεις, είναι ανάγκη να περάσει όλη η εξουσία και οι αποφάσεις για τις δράσεις μας στα μέλη και τα όργανα της Ανταρσύα, με απλή πλειοψηφία - και άμεσα! Η ουσιαστική απραξία του τελευταίου χρόνου (αν τα βάλουμε κάτω, πέρα από το γραφείο τύπου, την επιστολή για το αγωνιστικό μέτωπο ρήξης και ανατροπής και τις εκλογές, δεν κάναμε κάτι άλλο ως Ανταρσύα) πρέπει να σταματήσει το ταχύτερο δυνατό – όπως είχε γράψει και ο Ένγκελς, «ένα γραμμάριο δράσης αξίζει όσο ένας τόνος θεωρίας». Καιρός είναι να συνέλθουμε από την παρατεταμένη αμηχανία και να περάσουμε στη δράση, πράγμα που μπορούμε να κάνουμε μόνο συντεταγμένα.
Ωραία, και τι πρέπει να κάνει αυτή η νέα, αναβαθμισμένη Ανταρσύα;
Όσο κι αν δε μου αρέσει αυτό που θα πω, πρέπει να διδαχθούμε από όσα έχει κάνει σωστά η Χρυσή Αυγή και να τα προσαρμόσουμε στις δικές μας ιδέες και σκοπούς. Καταρχάς οφείλουμε να αναθεωρήσουμε την (σε εργαστηριακές συνθήκες σωστή, μόνο που η ταξική πάλη δε διεξάγεται σε θεωρητικά εργαστήρια) θέση ότι «δε θα κάνουμε εμείς τίποτα, οι εργαζόμενοι και το κίνημα θα τα κάνουν όλα και εμείς θα είμαστε δίπλα τους». Δε γίνεται πχ η Ανταρσύα να μην είναι σε καμία κινητοποίηση εδώ και μισό χρόνο (!) επειδή περιμένουμε (έστω, προσπαθούμε) να ξαναγιγαντωθεί το κίνημα. Βεβαίως και θα είμαστε σε όλες τις μαζικές κινητοποιήσεις – όμως παράλληλα πρέπει να βάλουμε και ακτιβισμούς ως Ανταρσύα στην ημερήσια διάταξη. Πώς η Χρυσή Αυγή συγκεντρώνει τον κόσμο της όπου γίνεται κάτι με μετανάστες, δημιουργώντας μίνι-εξεγερσιακά γεγονότα (τα οποία μπορεί να μην είναι ιδιαίτερα μαζικά ακόμα, αλλά με τη δεκτικότητα που έχει η κοινωνία σε αυτά, μην αμφιβάλλετε ότι σύντομα θα γίνουν); Έτσι κι εμείς πρέπει να δίνουμε το δικό μας στίγμα με αντίστοιχες διαμαρτυρίες/καταλήψεις ενάντια στους πραγματικούς εχθρούς του λαού, δηλαδή τη συγκυβέρνηση, την τρόικα, τους ντόπιους καπιταλιστές κλπ. Πάνω από όλα, αυτό που έχουμε καθήκον να κάνουμε – και που μόνο έτσι μπορούμε να το πετύχουμε – είναι…
Να αλλάξουμε άμεσα την ατζέντα!
Αυτό που έχει πετύχει η τρόικα εσωτερικού και εξωτερικού με την πολύτιμη βοήθεια της Χρυσής Αυγής είναι να στρέψει τη λαϊκή οργή στην πιο ανώδυνη για το σύστημα κατεύθυνση: τους μετανάστες. Ο κόσμος, επειδή είναι όντως φοβισμένος, είναι πολύ δεκτικός στις ρατσιστικές ιδέες. Αν η ατζέντα παραμείνει σε αυτό το πεδίο, το παιχνίδι το χάσαμε. Πρέπει ουσιαστικά να αλλάξουμε το ερώτημα «τι κάνουμε με τους μετανάστες;» που έχει περάσει σα βασικό πρόβλημα σήμερα στο «τι κάνουμε με τη φτώχια;». Είναι εξαιρετικά δύσκολο και ήδη έχουμε χάσει χρόνο, γι’αυτό και είναι άμεση ανάγκη να προχωρήσουμε σε τέτοιου είδους ακτιβισμούς, που θα κατευθύνουν τη λαϊκή οργή στους πραγματικούς φταίχτες. Και μόνο έτσι θα μπορέσουμε να αποκαλύψουμε στα μάτια της κοινωνίας τον πραγματικό ρόλο του φασισμού, όταν θα φανεί σε ποιους επιτίθενται οι μεν και σε ποιους οι δε. Αυτή τη στιγμή η κοινωνία βλέπει μόνο τη Χρυσή Αυγή στο δρόμο. Ο συμβολισμός είναι ισχυρότατος και εδραιώνει τη Χρυσή Αυγή ως τη μόνη αντισυστημική δύναμη στα μάτια μεγάλου μέρους της κοινωνίας και γι’αυτό ταυτίζεται με τη λαϊκή οργή, πράγμα που εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε μέσα από τις ανακοινώσεις μας, τις δράσεις μας σε συνδικάτα και φοιτητικά αμφιθέατρα ή στις μεγάλες πορείες. Σωστά είναι όλα αυτά, αλλά επικοινωνιακά δεν περνάνε στα ευρύτερα λαϊκά στρώματα όσο πρέπει. Και μία Ανταρσύα που θα πραγματοποιεί σε τακτική βάση ακτιβισμούς είναι απαραίτητο συμπλήρωμα στο αντιφασιστικό μέτωπο που λέγαμε πιο πάνω – χωρίς κάτι τέτοιο, το αντιφασιστικό μέτωπο θα αρχίσει να γίνεται σιγά σιγά όλο και πιο αντιδημοφιλές, αφού θα «αντιτίθεται στους μόνους που κάνουν κάτι».
Ρε, μπας και φαινόμαστε όντως ψευτοκουλτουριάρηδες;
Στα πρόσφατα γεγονότα στην Κόρινθο ένας χρυσαυγίτης μίλησε για «συριζαίους, ανταρσαίους και λοιπούς ψευτοκουλτουριάρηδες». Νομίζετε ότι είναι άστοχο το σχόλιο; Βεβαίως, καθήκον της αριστεράς είναι και να εκπαιδεύει τον κόσμο. Όμως τα λαϊκά στρώματα που υποτίθεται ότι θέλουμε να εκφράσουμε, μπορούν να ταυτιστούν με το λόγο μας; Ή μάλλον, αρκεί ο λόγος μας; Έχουμε επαφή με το λαό, συνειδητοποιούμε πού απευθυνόμαστε; Δεν το λέω ελιτίστικα, απλά είναι άμεση ανάγκη να κάνουμε πιο εύληπτα τα μηνύματά μας στις ευρύτερες μάζες! Στις πρώτες εκλογές (όταν ήταν πολύ ρευστά τα πράγματα και ο κόσμος ήταν πολύ δεκτικός σε νέες προτάσεις) η Χρυσή Αυγή κατέβαινε στον κόσμο και έλεγε για «κρεμάλες στους προδότες πολιτικούς» και εμείς τους λέγαμε για «αντικαπιταλιστική ανατροπή», ενώ δεν καταδεχτήκαμε καν να πούμε στις αφίσες «κάτω τα μνημόνια»! Σύντροφοι, μερικές φορές είμαστε εκτός πραγματικότητας και όσο πιο γρήγορα το καταλάβουμε τόσο πιο γρήγορα θα διορθωθούμε. Οι ακτιβισμοί που προτείνονται εδώ μπορούν να περάσουν τα αντικαπιταλιστικά μηνύματά μας εμπειρικά, μέσω συμβολισμών. Ουσιαστικά, πρέπει να μετατρέψουμε το «ρε καλά τους κάνει η Χρυσή Αυγή» που ακούγεται όλο και περισσότερο στα λαϊκά στρώματα σε «καλά τους κάνει η Ανταρσύα». Αν περιμένουμε να πάρουμε τον κόσμο με το μέρος μας επειδή απλά «καλά τους τα λέει η Ανταρσύα», ειδικά με αυτά που λέμε που, καλώς ή κακώς, είναι εκ των πραγμάτων πιο «δύσκολα» από το φτηνό λαϊκισμό του φασισμού, το χάσαμε το παιχνίδι από τη σέντρα!
Αριστερό Μέτωπο Ανατροπής με βάση τους άμεσους στόχους
Αυτά τα λίγα για το τι πρέπει να κάνει η Ανταρσύα, για τα πρώτα βήματα μετατροπής της στο σύγχρονο κομμουνιστικό φορέα. Πάμε ένα σκαλί πιο πάνω τώρα: το μέτωπο. Συνεχίζοντας με βάση τις σκέψεις της προηγούμενης παραγράφου, ο στόχος της «αντικαπιταλιστικής ανατροπής» είναι, όπως και να το κάνουμε, μαξιμαλιστικός. Το να μπαίνει σαν πρόταγμα στο όχημα με το οποίο καλείς τον κόσμο να συνταχθεί σήμερα, απλά τρομάζει τους λιγότερο πολιτικοποιημένους, που καλώς ή κακώς είναι η συντριπτική πλειοψηφία. Δεν είναι τυχαίο το ότι η Χρυσή Αυγή δεν έχει σαν πρόταγμα το φασισμό, το κράτος του ενός αρχηγού-φύρερ κλπ, παρά το ότι αυτοί είναι οι στόχοι της, αλλά απαντάει – από τη σκοπιά της – στα άμεσα ζητήματα και έτσι κερδίζει κόσμο. Ούτε φυσικά λέω να κρύψουμε ότι δικός μας στόχος είναι η ανατροπή του καπιταλισμού – αυτός είναι ο ξεκάθαρος στρατηγικός στόχος για την Ανταρσύα και σε αυτό το επίπεδο θα κάνουμε την ιδεολογική ζύμωση σε αυτή την κατεύθυνση. Αυτό που πρέπει να κάνουμε όμως παράλληλα είναι να συμβάλλουμε με όλες μας τις δυνάμεις στη δημιουργία ενός ευρύτερου μετώπου που θα απαντάει στο τι πρέπει να γίνει άμεσα, και μέσα σε αυτό το μέτωπο η Ανταρσύα θα αποτελεί την αντικαπιταλιστική/κομμουνιστική συνιστώσα που θα διεκδικεί και την ιδεολογική ηγεμονία. Αυτό το μέτωπο σήμερα μπορεί να περιλαμβάνει - εκτός από την Ανταρσύα - τις δυνάμεις που έχουν παραμείνει στο Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής, τις δυνάμεις που έφυγαν από το ΕΠΑΜ και τις υπόλοιπες ομάδες (καθώς και ανένταχτους αριστερούς) που συμφωνούν με τα πέντε σημεία. Εάν κάτι τέτοιο γίνει σωστά, μπορεί να αποτελέσει μεγάλο πόλο έλξης και για κόσμο που στράφηκε στον Σύριζα (πιθανότατα και οργανωμένες δυνάμεις σε δεύτερη φάση) στις τελευταίες εκλογές αλλά βλέπει και διαφωνεί με τη διαδικασία ενσωμάτωσης και ταχείας σοσιαλδημοκρατικοποίησης αυτού του χώρου αλλά και για κόσμο που φοβήθηκε από τα μισόλογα του Σύριζα και έδωσε μια τελευταία ευκαιρία στις δυνάμεις της συγκυβέρνησης. Ουσιαστικά εκεί που θα παιχτούν τα πράγματα στην αριστερά στο επόμενο διάστημα είναι στο «ρήξη ή ενσωμάτωση». Ο Σύριζα φαίνεται προς τα πού πηγαίνει, ο ρόλος μας λοιπόν είναι να συμβάλλουμε άμεσα στη διαμόρφωση του πόλου που θα εκφράσει μαζικά την επιλογή της ρήξης – πράγμα που, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς, προσπάθησε αλλά δεν κατάφερε να κάνει μόνη της η Ανταρσύα.
Δομές αλληλεγγύης, αυτοδιαχειριζόμενοι χώροι, συνελεύσεις γειτονιάς – το κοινωνικό κράτος των «από κάτω»
Τέλος, εκτός από τα άλλα δύο πεδία στα οποία αναφερθήκαμε (αντιφασιστικό και κεντρικό πολιτικό) εξίσου σημαντικό είναι και να στήσουμε/στηρίξουμε αντι-δομές αλληλεγγύης που θα δώσουν ανάσα και ελπίδα στην κοινωνία που θα περάσει ακόμα χειρότερες μέρες το επόμενο διάστημα. Ουσιαστικά πρέπει να ξαναπιάσουμε το νήμα των πλατειών και να ξαναβρεθούμε με αυτόν τον κόσμο στήνοντας στέκια όπου θα μπορούν να γίνονται δωρεάν μαθήματα, προβολές, θεατρικά, γενικά δηλαδή να μπορεί κανείς να μορφωθεί/διασκεδάσει χωρίς κόστος, έξω από τις σύγχρονες καπιταλιστικές δομές. Πρόκειται για μια διαδικασία μέσα από την οποία καλλιεργείται εμπειρικά δυνητικά αντικαπιταλιστική συνείδηση στον κόσμο που συμμετέχει και κυρίως στη νεολαία. Παράλληλα – και ειδικά στην επαρχία – μπορούν να γίνουν δίκτυα απευθείας διάθεσης προϊόντων από τους παραγωγούς στην τοπική κοινωνία αλλά και να διοργανωθούν συσσίτια που γίνονται όλο και πιο απαραίτητα. Σήμερα που το κοινωνικό κράτος καταρρέει και η ανεργία χτυπάει κόκκινο, όλο και περισσότερος κόσμος θα χρειάζεται βοήθεια για να επιβιώσει. Αυτή την ανάγκη ή θα την καλύψει το κίνημα, μπολιάζοντας τον κόσμο με τις ιδέες της αλληλεγγύης κόντρα στον κοινωνικό κανιβαλισμό αλλά και ενισχύοντας την αυτοπεποίθησή του όταν θα βλέπει στην πράξη ότι «μπορεί χωρίς αφεντικά», ή θα την καλύψει η Χρυσή Αυγή με μαφιόζικες πρακτικές εκδούλευσης, όπως ήδη έχει κάνει σε διάφορες περιοχές – ευτυχώς, ακόμα αποσπασματικά.
Συνοψίζοντας
Όλα τα παραπάνω είναι εξίσου σημαντικά, αλληλένδετοι κρίκοι για μία νικηφόρα στρατηγική σήμερα. Το αν υπάρχει ακόμα χρόνος για να ανατραπεί η κατάσταση μένει να αποδειχθεί. Αυτό που εμείς οφείλουμε να κάνουμε είναι να αφήσουμε στην άκρη ενδοιασμούς και αμφιβολίες και να ρίξουμε μεθοδικά και συντονισμένα όλες μας τις δυνάμεις σε όλα αυτά τα μέτωπα για να ξαναδώσουμε ελπίδα και προοπτική στο κίνημα. Άλλος χρόνος για αμφιταλαντεύσεις δεν υπάρχει. Μην καταδέχεσαι πια να ρωτάς: «Θα νικήσουμε; Θα νικηθούμε;». Πολέμα!